Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Όχι, μην της το δείξεις πως την θες. Μην της το πεις πως είναι ο κόσμος σου. Μην της μιλήσεις ούτε γι’αγάπη, ούτε για έρωτα. Ούτε να της πεις, ούτε να της δείξεις. Μην τυχόν κι αφήσεις τον εγωισμό σου να δείξει αδυναμία.
Μην τυχόν και αφεθείς.
Γιατί αν ξέρει πως την αγαπάς, μπορεί να σε χρησιμοποιήσει. Γιατί αν ξέρει πως σου λείπει μπορεί να δείξεις αδυναμία. Γιατί αν τη διώχνεις θα επιβεβαιώνεις το εγώ σου, από το πόσο θα παλεύει για να γυρίσει.
Μέχρι που μια μέρα, όσο εσύ θα παίζεις ανόητα παιχνίδια εξουσίας, όσο εσύ θα ονομάζεις τον εγωισμό σου έρωτα, εκείνη θα φύγει. Ήρεμα. Χωρίς καν να ακουστεί.
Γιατί ξέρεις, τα τσαλιμάκια σου, τα ήξερε από την αρχή. Και τις ανασφάλειές σου, τις έβλεπε διάφανες μέσα σου. Και σε άφηνε μήπως και ο έρωτας νικήσει τον εγωισμό.
Κι όταν είδε πως δεν μπορεί να σε κάνει την καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου, έφυγε. Κι εσύ;
Εσύ έμεινες να την κατηγορείς για τη φυγή της. Ξεστόμισες λόγια θυμού για όσα δεν κατάλαβε για εσένα. Θυματοποιήθηκες τόσο βολικά, γιατί στο παραμύθι σου, πρέπει να έχεις πάντα δίκιο.
Η αλήθεια βέβαια συνοψίζεται στο εξής απλό! “Ας πρόσεχες”.
Όχι εκείνη. Εκείνη ήξερε πάντα να προσέχει τον εαυτό της. Ήταν ολιγαρκής γιατί δεν την αφορούσε τίποτα απ’ όσα είχες. Την αφορούσαν όλα όσα ήσουν.
Ας πρόσεχες, να μην την αφήσεις να αναρωτιέται αν νιώθεις, τι νιώθεις, πώς το νιώθεις.
Ας πρόσεχες, να μην της δείχνεις την αδιαφορία σου για να μην επιβεβαιώσει την αγάπη σου.
Ας πρόσεχες, να μην έπαιζες παιχνίδια εξουσίας με την ψυχή της.
Ας πρόσεχες.. να την εκτιμούσες όσο την είχες.
Και το κακό με αυτές τις γυναίκες ξέρεις ποιο είναι μικρέ μου;
Η φυγή τους, είναι συνώνυμη με την ολική διαγραφή. Δεν θυμάται πια αν υπήρξες. Θυμάται μόνο τ’ όνομά σου, κι ένα αίσθημα οίκτου, απόρροια της αγάπης που κάποτε ένιωσε.