Γράφει η Λιάνα
Πόσες νύχτες δε βουτάω σε μια αγριεμένη θάλασσα. Πόσες νύχτες δεν κρύβομαι απ’ την αλήθεια, για να μην πνιγώ απ’ την απουσία σου. Πόσος φόβος, πόσες σκέψεις, πόσο κενό.
Σκορπίζομαι σε χίλια κομμάτια, σε άσκοπες περιπλανήσεις, σε ανούσια αγγίγματα και ψεύτικα χαμόγελα.
Εξαντλώ τον εαυτό μου, τις αντοχές μου σε έναν αγώνα άνισο, ανάμεσα στην προσποίηση και σε σένα. Σε σένα που πάντα λείπεις, είτε είσαι παρόντας, είτε στον διπλοκλειδωμένο κόσμο σου.
Σκορπίζομαι σε αγκαλιές που με λερώνουν, σε βλέμματα που με απογυμνώνουν και σε άδειους ανθρώπους, μόνο και μόνο για να γεμίζω τις ώρες που διαλύουν μυαλό, καρδιά και ψυχή.
Κι εσύ αλλού, αναζητώντας το εύκολο, το απλό, χορταίνεις τον εγωισμό σου και μετά εμφανίζεσαι ξανά, απ’ το πουθενά, για πάρεις από μένα όση αλήθεια χρειάζεται, άλλος ένας γύρος της ζωής που διάλεξες.
Ζωή μισή, αισθήματα μισά, λέξεις παραλογισμού, ανάκατη αγάπη, μίσος, ζήλια, ανάγκη και τελικά μοναξιά. Κρύα και αδυσώπητη.
Και τελικά αναρωτιέμαι, είσαι τόσο ψηλά για να σε φτάσω ή τόσο χαμηλά που δεν αξίζει να σου απλώσω το χέρι; Φταις εσύ που βιώνεις την ανικανότητα να παραδέχεσαι ή εγώ που πεισματικά θέλω να σου θυμίσω την αγάπη;
Κι όσο διογκώνονται οι απορίες, τόσο αναζητώ λάθος διεξόδους, τόσο ξοδεύομαι. Τόσο παραμυθιάζω τον εαυτό μου.
Κι είναι άδικο, ρε γαμώτο. Αντί να μπαίνω ξανά στη ζωή, μετά από τόσους αγώνες, συνεχίζω να μένω στάσιμη, ελπίζοντας να αρπάξω σε μια στιγμή αυτό το αμοιβαίο που βλέπω στα μάτια σου και να το γεμίσω χρώμα.
Αν αργήσεις όμως κι άλλο, αν περάσουν κι άλλα βράδια μέσα στην ανεξέλεγκτη αντίδραση που μου δημιουργεί η απουσία σου, θα σκορπιστώ πια τόσο πολύ, που τα κομμάτια μου δεν θα μπορείς ούτε κι εσύ να τα βάλεις στη σειρά. Ακριβό τίμημα για μια περίπου αγάπη.
Περιμένω ένα “κι εγώ”. Σε όποια ερώτηση, σε όποιο συναίσθημα, ότι κι αν σημαίνει, όπου κι αν βγει. Για να φρενάρει αυτό το κουραστικό πήγαινε έλα, σε μια ανούσια διαδρομή, που μου τσαλαπατάει τον κόσμο μου. Περιμένω…εδώ… ακόμα…για λίγο….