Εγώ μάτια μου, τους ανθρώπους τους συγχωρώ ξεχνώντας τους.
Γράφει η Ηρώ Αναστασίου.
Και κάποια στιγμή κατάλαβα ποια είμαι.
Αυτή που δεν θα άλλαζε, ούτε θα αλλάξει το χαμόγελό της για κανέναν που δεν την αγγίζει, για κανέναν που δεν την καταλαβαίνει, για κανέναν που δεν την αγαπάει.
Πόνεσα πολύ για να φτάσω εδώ και θα πονέσω κι άλλο.
Άλλωστε ο πόνος είναι αυτός που μας κάνει σοφότερους, καλύτερους.
Γι’αυτό σου λέω, δεν έμαθες να διακρίνεις τους ανθρώπους σωστά, δεν έμαθες να διακρίνεις πέρα από την σκιά σου.
Τι πίστεψες αλήθεια ότι με μια συγνώμη θα έτρεχα στην αγκαλιά σου;
Είναι τόσο πια μεγάλο το “εγώ” σου που παράβλεψες το δικό μου εγώ, παράβλεψες εμένα και το δικό μου θέλω;
Κι εγώ ποια ήμουνα;
Το παιχνιδάκι για να περνάς την ώρα σου;
Κι όταν κάτι δεν μας πάει ή δεν είναι στα νερά μας, το πετάμε με όση δύναμη έχουμε;
Κι όταν δεν έχουμε άλλο παιχνιδάκι να παίξουμε γυρνάμε και με μια συγνώμη όλα καλά;
Μάλλον δεν στα έχουν πει καλά μέχρι τώρα.
Μάλλον σε άλλο έργο παίξαμε.
Οι άνθρωποι δεν είναι παιχνίδια, έχουν και αισθήματα ξέρεις.
Και τα δικά μου αισθήματα δεν τα πουλάω φτηνά, ούτε μπορείς να τ’αγοράσεις με μια συγνώμη.
Ούτε με δέκα, ούτε με χίλιες.
Κι όπως έχω πει παλιότερα, αν με επιλέξεις απ’τα πολλά σου, δεν κάνω ούτε για τα λίγα σου, γιατί τα δικά μου λίγα διαφέρουν κατά πολύ απ’τα πολλά σου.
Και μην νομίζεις ότι θα κάνω κάτι για να σε πληγώσω, να σε πικάρω και άλλα τέτοια.
Σε συγχώρεσα ξέρεις, γιατί συγχωρώ τους ανθρώπους, ξεχνώντας τους.