Πόσα θες να σου συγχωρέσω και πόσες ευκαιρίες ακόμα θα ζητήσεις;
Γράφουν η Άντζελα Καμπέρου και ο Κένταυρος Α.
Τελευταίο τσιγάρο. Η καύτρα έχει φτάσει στη γόπα και ένα δάκρυ πέφτει πάνω της. Ακούγεται αυτός ο χαρακτηριστικός ήχος που κάνει το νερό όταν πέφτει στην φωτιά και τον νιώθω στην καρδιά μου που καίει και χτυπάει σαν τρελή.
Το δάκρυ τώρα πολλαπλασιάζεται, γίνονται πολλά και μουσκεύουν το τζιν, τα μάγουλά μου και τα χέρια μου που μάταια προσπαθούν να τα στεγνώσουν. Κάθομαι σε έναν βράχο, πιάτο όλη η θάλασσα αγκαλιασμένη με τον ορίζοντα και εγώ μονάχη.
Το ηλιοβασίλεμα δίνει τη θέση του στην νύχτα και τα πάντα σιγά σκοτεινιάζουν γύρω μου. Μόνη. Μόνη από το χωρισμό μας και έπειτα, μόνη από εκείνη την νύχτα του μεγάλου σου φευγιού. Δειλός. Δειλός ήσουν και τίποτα παραπάνω.
Και τώρα, μήνες μετά, βδομάδες ολόκληρες χωρίς τηλέφωνο, μήνυμα ή ένα σημάδι ζωής έρχεσαι σπίτι μου. Μια ευκαιρία. Μια ευκαιρία δώσε μου, μου λες και με κοιτάζεις με μάτια παρακλητικά, που λάμπουν και περιμένουν μιαν απάντηση.
Εγώ δεν ξέρω τι να σου απαντήσω, ξέρω τι θες να ακούσεις, ξέρω τι θέλω να πω μα διστάζω.
Πώς μπορείς να είσαι εδώ και να μην ντρέπεσαι καθόλου; Ποιος νομίζεις ότι είσαι να παίζεις παιχνίδια με έρωτες κι αγάπη, πόσα θες να σου συγχωρέσω, πόσες ευκαιρίες ακόμα θα ζητήσεις;
Τα μάτια μου βουρκώνουν μόνο στην σκέψη να ξεστομίσω την λέξη που παλεύω στα χείλια να κρατήσω, με καίει όσο δεν φαντάζεσαι.
Δεν ήταν και το δυνατό σου σημείο να καταλαβαίνεις συναισθήματα, μάλλον, τα καταλάβαινες αλλά δεν τα σεβάστηκες ποτέ. Δεν ξέρω πως αλλά πέφτω πάνω σου, σε σφίγγω σε μια αγκαλιά σαν να θέλω να σε σπάσω.
Παίρνω το κλειδί για το αμάξι και ανοίγω την πόρτα. «Θα έρθεις;» σε ρωτάω. «Που;» με κοιτάς με άδειο βλέμμα. «Στο άγνωστο, μαζί». Κλειδί, μίζα και το αμάξι παίρνει μπροστά· ανοίγει η πόρτα του γκαράζ, έξω βρέχει και πατάω γκάζι, δεν κοίταξα πίσω, δεν κοιτάω ούτε εσένα, τα μάτια μου καρφωμένα μπροστά στο μαύρο, νιώθω να γλιστράω στον χρόνο, όπως στα όνειρα που ποτέ δεν ξυπνάς, ένα δευτερόλεπτο σε επανάληψη ξανά και ξανά και ξανά.
Είμαι στο δικό μου ταξίδι, παίρνω μια βαθιά ανάσα και γυρίζω το βλέμμα προς τα σένα, δεν κάθεσαι πια δίπλα μου, κάποιος άλλος μου χαμογελάει με ένα χαμόγελο ζεστό, κάποιος άλλος μου κρατάει το χέρι, κάποιος άλλος μου λέει πως μ’ αγαπάει… κάποιον άλλο αγαπάω, ίσως σ’ αυτό το ταξίδι να μάθω ποιον, ίσως σε ονειρευτώ, ίσως και όχι.