Γράφει η Βασιλική Κοτλίτσα
Έχεις ένα τραύμα μέσα σου, ένα λυγμό που σε πνιγεί, το βλέπω, φαίνεται στα μάτια σου, σε καταλαβαίνω μόλις σηκώσω το βλέμμα μου ψηλά. Ένα τραύμα που αιμορραγεί, που ξεχειλίζει θάνατο και φωνάζει μείνε. Σε νιώθω. Νιώθω τους παλμούς σου να χτυπούν δυνατά κάθε φορά που οι σκέψεις σου χύνονται στον αέρα.
Ξέρω, δύσκολη η ζωή χωρίς αυτόν. Ακατόρθωτη, ίσως και δύσβατη.
Κακόκεφη, τις περισσότερες φορές με δάκρυα στα μάτια. Απροσδιόριστη χωρίς σκοπό, και ανούσια.
Καταλαβαίνω, αλλά άκου να σου πω, όσο σκαλίζεις την πληγή εκείνη ζωντανεύει και αιμορραγεί ξανά, δε κλείνει , μένει πάνω σου και σε ακολουθεί και το αίμα δε θα σταματήσει ποτέ.
Κάνε λίγο στην άκρη ότι μπορείς από το καημό σου, από τη πίκρα σου, από το μαύρο που έχει τώρα η ψυχή σου και δες λίγο μπροστά, έχεις και αλλά παιδιά να μεγαλώσεις, που σε φωνάζουν μάνα, που απλώνουν το χέρι τους να τα κρατήσεις. Που αφουγκράζονται τις βουβές κραυγές σου κάθε νύχτα νιώθοντας ότι εσύ, αλλά δε μιλούν κάθονται στο πάλι σου και προσεύχονται για μια μέρα ακόμη.
Δε τις πειράζουν τις πληγές, το ξέρεις. Απλά τις αφήνουν για λίγο μέχρι να επουλωθούν. Δε θα γιατρευτούν τελείως, αλλά θα αλλάξουν έστω μορφή όσο βαθιές και αν είναι. Δε θα σου πω ότι ο χρόνος είναι γιατρός, γιατί δεν είναι, απλά μαζί του μαθαίνεις να ζεις με ότι βαρύ κουβαλάς στη ψυχή σου.
Θα μείνουν σημάδια, το ξέρω. Ρωγμές. Χαραμάδες, που από κει θα βλέπεις πρόσωπα γνώριμα για λίγο και ύστερα θα χάνονται, έτσι για να απαλύνουν πάλι το καημό. Αλλά να ξέρεις ότι οι άνθρωποι ακόμα και με τα σημάδια συνεχίζουν. Αντέχουν με το χρόνο, γίνονται λίγο πιο ανθρώπινοι ,σκληραίνουν τη καρδιά σα βράχο για να μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους ξανά.
Περίεργη η ζωή και δύσκολη, αλλά πάντα υπάρχει ένας ήλιος να μας θυμίζει ότι πάλι ξημερώνει. Αυτό τον ήλιο μη τον εγκαταλείψεις ποτέ. Σημάδεψε τον και παρακάλεσε τον κάθε φορά που βγαίνει, μέσα του να βλέπεις αυτούς που αγαπάς.