Γράφει η Λία Ευαγγελίδου
Αποφάσισες να παίξεις με γυναίκα που σε αγάπησε; Μάντεψε τι σου ‘χω…
Παίξε, ρε φίλε.
Παίξε με με την γυναίκα που σε αγάπησε.
Παίξε με αυτή, που σε έβαλε πιο πάνω και από τον ίδιο τον εαυτό στης.
Παίξε με αυτή, που θέλησε να είναι δίπλα σου στα ζόρια σου.
Παίξε ρε, παίξε, αφού αυτό το θεωρείς μαγκιά.
Αλλά ξέρεις κάτι;
Δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση σου, ρε φιλαράκι, όταν αποφασίσει να παίξει αυτή με σένα.
Όταν θα αποφασίσει να σε τελειώσει, γιατί δεν άξιζες.
Δεν θα ήθελα να είμαι εκεί να το δω.
Θα σε αγνοήσει τόσο, που θα απορείς εάν υπάρχεις.
Θα παίξει άσχημα με το μυαλό σου και θα σε φτάσει σε σημείο που θα χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο που την έχασες.
Δεν λέω, την αγάπησες μάγκα μου, αλλά την θεώρησες δεδομένη κι εκεί το έχασες το ματσάκι.
Κοίτα παιχνίδι που κάνει τώρα και την κοιτάς σαν χάνος.
Τι, δεν το ήξερες;
Όταν αποφασίσει να παίξει, φίλε, μπαίνει βασική στο παιχνίδι κι εσύ από την θέση αναπληρωματικού παρακαλάς να γίνει η στραβή, να πάρεις την θέση της.
Τι σου ‘χω για μετά;
Δεν θα καταφέρεις, φίλε, να μπεις στην θέση της, γιατί τόσο καιρό που ήταν εκείνη αναπληρωματική έδωσε μεγάλη προσοχή στο παιχνίδι κι έμαθε όλα τα κόλπα, για να τελειώνει με συνοπτικές διαδικασίες όποιον έπαιξε εις βάρος της. Κι έτσι εδραίωσε τη θέση βασικού.
Κι όταν σκοράρει, φιλαράκι, εκεί σε λυπάμαι.
Πως θα σκοράρει, θα μου πεις.
Στην επίθεση, φίλε, θα βρει συμπαίχτη, που θα κάνουν ονειρικό δίδυμο.
Και κάτσε τώρα να μαζεύεις τις μπάλες από το τέρμα που σε έβαλε.
Μάζευε από τα δίχτυα το ένα γκολάκι μετά το άλλο που τρως.
Και το επόμενο στάδιο του παιχνιδιού θα σου πω.
Μπαίνεις στο περιθώριο, γιατί σαν γκολκίπερ ήσουν άσχετος.
Θεατής πλέον στην κερκίδα της ζωής της, να βλέπεις την ευτυχία της χωρίς εσένα.
Παίξε τώρα μπαλίτσα μόνος σου, φιλαράκι, γιατί όταν εκείνη σου έδινε πάσα, εσύ της πετούσες την μπάλα στα μούτρα, για να νιώσεις άντρας.
Δεν ήξερες; Δεν ρώταγες;
Τώρα..
Τωρα είναι αργά για μεταγραφή, φίλε μου.