Θυμάσαι; Μα και βέβαια θυμάσαι, πάντα θα θυμάσαι.
Κάποιες στιγμές στη ζωή μας είναι μοναδικές και δεν επαναλαμβάνονται ποτέ, μένουν μόνο μέσα στο μυαλό, στη ψυχή και την καρδιά μας.
Περπατούσαμε αγκαλιά σαν ονειροπαρμένοι στα πλακόστρωτα δρομάκια της Μακρυνίτσας και ήταν σαν να είχε σταματήσει ο χρόνος μόνο για μας. Αυτός ο καιρός, που μας έκανε να νιώθουμε πως ξαφνικά πέρασαν μπρος από τα μάτια μας όλες οι εποχές του χρόνου, σε έκανε να νιώθεις πως αυτή η μέρα ήταν μοναδική, πως δεν θα έμοιαζε με τίποτα από ότι είχες ζήσει μέχρι τότε και καταλάβαινες πολύ καλά πως δεν θα ξαναζήσεις .
Πριν λίγο οδηγούσαμε στην Εθνική οδό μέσα σε μια βροχή καταρρακτώδη, όμως θέλαμε και οι δυο να βρεθούμε μόνοι μακριά από όλα και από όλους και η βροχή δεν ήταν ικανή να μας κάνει να γυρίσουμε πίσω. Τίποτα δεν θα γύριζε πια πίσω, θέλαμε μια στιγμή μόνο για μας και την ζήσαμε. Θυμάσαι;
Φτάνοντας μέσα στη βροχή στο Βόλο σου είχα πει να ανέβουμε στο Πήλιο τώρα που ήταν χειμώνας και να γυρίσουμε μετά από ώρα που θα ήταν καλοκαίρι. Γέλασες πολύ, θυμάσαι; Φτάνοντας στη Μακρυνίτσα, ο τόπος είχε ασπρίσει από το χιόνι. Κοιταχτήκαμε και βάλαμε τα γέλια και οι δυο μας. Μάρτη μήνα και να ρίχνει τόσο χιόνι; Αγοράσαμε μια ομπρέλα από ένα μαγαζάκι εκεί, την άνοιξα, σε πήρα αγκαλιά και περπατήσαμε στα πλακόστρωτα δρομάκια. Ήταν τόσο όμορφα με το χιόνι που έπεφτε γύρω μας, πάνω μας, όλα είχαν ασπρίσει, όλα ήταν μαγικά.
Βρήκαμε ένα ταβερνάκι, θυμάσαι; Σου είχα πει να καθίσουμε τώρα που χιονίζει, γιατί μετά θα βγει ο ήλιος και θα είναι καλύτερα. Πάλι γέλασες. Ακόμα έχω στα χείλη μου τη γεύση από εκείνο το κρασί που ήπιαμε, δεν ξέρω αν ήταν στ΄ αλήθεια τόσο γλυκό ή το έκανε τόσο γλυκό η γεύση από τα χείλη σου που είχα στα δικά μου. Αυτό που ξέρω είναι πως ποτέ δεν είχα δοκιμάσει πιο γλυκό κρασί και τώρα πια γνωρίζω καλά πως δεν θα ξανά δοκιμάσω, γιατί η αλήθεια είναι πως η αιτία ήταν πράγματι τα φιλιά σου. Ακόμα έχω τη γεύση τους στα χείλη μου.
Και μέχρι να τελειώσουμε το κρασί μας, βγήκε ένας ήλιος τόσο φωτεινός, θυμάσαι; Το φως ήταν τόσο καθάριο και δυνατό που δεν θυμάμαι να ‘χα αντικρίσει άλλη φορά . Μα δεν ήταν ο ήλιος που τα φώτιζε όλα τόσο διαφορετικά, τα μάτια σου ήταν που έλαμπαν από ευτυχία. Βγήκαμε έξω. Σε πήρα στην αγκαλιά μου και σε φίλησα. Ήταν όλα τόσο μαγικά, ένα όνειρο ήταν, μια στιγμή στο χρόνο που η πραγματικότητα συναντά το όνειρο . Μια στιγμή από αυτές τις μοναδικές που συμβαίνουν σπάνια και ποτέ μα ποτέ δεν επαναλαμβάνονται.
Θυμάσαι; Μα και βέβαια θυμάσαι, πάντα θα θυμάσαι.
Γράφει ο Δημήτρης Αναστασόπουλος