Εγώ, ξεκάθαρα για σένα δεν υπήρξα πουθενά…
Γράφει ο Γιώργος Καραγεώργος
Μη φοβάσαι αγάπη μου, δεν θα σε καθυστερήσω πολύ απόψε. Όμως για πες μου, θες να μιλήσουμε λιγάκι για τους άλλους σου;
Θα είμαι σύντομος απόψε σου λέω, γιατί αν θυμάσαι, σε αντίθεση με εσένα, εγώ κρατώ πάντα τις υποσχέσεις μου…
Οι άλλοι λοιπόν, έτρωγαν τα ψωμιά σου κι εγώ τα ψίχουλα σου.
Οι άλλοι πίναν το νερό από το μεγάλο σου ποτήρι κι εγώ έγλυφα απ΄ το πάτωμα τις λιγοστές σταγόνες που σου έπεφταν.
Οι άλλοι στεγαζόταν στην ομπρελά σου κι εγώ δερνόμουνα έξω στην βροχή.
Οι άλλοι έπαιρναν ώρες από εσένα κι εγώ στιγμούλες σου μονάχα κι αυτές με παρακαλετά.
Οι άλλοι είχαν το δικαίωμα του λάθους κι εγώ είχα το απαγορεύεται σου να μου τρυπάει κάθε μέρα τα αυτιά., οι άλλοι είχαν όλη την κατανόηση σου κι εγώ είχα μόνο την καταδίκη.
Οι άλλοι, εις γνώση σου, φρόντιζαν μόνο ανάγκες τους κι εγώ φρόντιζα μόνο τις δικές σου.
Οι άλλοι ερχόταν για να εισπράξουν κι εγώ για να πληρώσω.
Οι άλλοι ήταν εκεί για να σε κρίνουν κι εγώ για να κριθώ.
Οι άλλοι μπαινοβγαίνανε στην αυλή σου ασύδοτα κι εγώ ξεροστάλιαζα στην εξωτερική πλευρά απ΄ τον φράχτη σου.
Οι άλλοι ήτανε τα αγγελούδια σου κι ας κρεμόταν από πίσω η σουβλερή ουρά τους κι εγώ ήμουν ο δαίμονας σου κι ας άνοιγα διάπλατα τα τσακισμένα μου από εσένα φτερά, για να σε προστατεύσω.
Οι άλλοι γευότανε το μελί και την ζάχαρη σου ρε γαμώτο και για μένα κρατούσες όλο το φαρμάκι σου.
Οι άλλοι ζούσανε τις γιορτές και τα κεράσματα σου κι εγώ έκλαιγα για σένα, στα απανωτά, από τους άλλους μνημόσυνα σου.
Μα θα σου πω και κάτι τελευταίο, το ξέρω ότι προσπάθησες πολύ, όμως δεν το μπόρεσες εμένα να με κάνεις σαν τους άλλους σου κι ομολογώ ότι χαίρομαι κι υπερηφανεύομαι για αυτό και ας μου αφήνει μια γεύση από παράπονο και μια πίκρα αυτή σου η συμπεριφορά!
Για πες, θες να πούμε λιγάκι για κάτι που να έχει ενδιαφέρον, θες να μιλήσουμε για εσένα και τους άλλους σου απόψε;
Γιατί αν μιλήσουμε για μένα, το ξέρω πως αφόρητα θα βαρεθείς, εγώ τελικά ήμουνα ξεκάθαρα το τίποτα σου.
Άντε στους άλλους σου λοιπόν, στους δήθεν, στους “σπουδαίους”, στους “μεγάλους” σου, μη σε κρατάω άλλο κι ευχαριστώ που μ΄ άκουσες απόψε, αν μ’ άκουσες, αλλά πιο πολύ, σε ευχαριστώ για το μάθημα που μου έδωσες!
Κι ας πάω κι εγώ σιγά σιγά στους δικούς μου άλλους, που είναι βέβαιο πως δεν γίνεται να είναι χειρότεροι από σένα, ούτε γίνεται να είναι σαν τους όμοιους σου, τους μικρούληδες σου ντε, που σε περιτριγυρίζουν πάντα.