Γράφει η Δώρα Βλαχοπούλου
Απωθημένο φυγείν αδύνατον;
Απωθημένα, βαριά λέξη. Στο λεξικό το απωθημένο ορίζεται ως καταπιεσμένη επιθυμία, βίωμα, συναίσθημα, ή τάση η οποία έχει μετατοπιστεί στο υποσυνείδητο κάποιου, εξακολουθεί όμως να τον επηρεάζει.
Με λίγα λόγια σαν ένα βιβλίο που ήθελες πολύ να διαβάσεις, αλλά πρέπει να το αφήσεις στη μέση. Το ανολοκλήρωτο.
Βέβαια, εμείς οι άνθρωποι πάντα θα θέλουμε το αντίθετο από αυτό που ήδη έχουμε. Βλέπεις και εμείς είμαστε ανολοκλήρωτοι. Σαν καταδικασμένα από τη μοίρα πλάσματα, που ψάχνουν συνέχεια, κάτι, που θεωρούν, ότι θα τους ευχαριστήσει. Μα ακόμη και αν το βρούμε, πάντα θα λαχταράμε κάτι το άπιαστο από την αρχή. Είτε αυτό είναι κάτι που δεν είχαμε ποτέ, ή εκείνο που είχαμε προηγουμένως.
Τι είναι άλλωστε ένα απωθημένο στην πραγματικότητα;
Το ελάχιστο που ζήσαμε, αντί για το πολύ που επιθυμήσαμε. Μία φαντασία εξιδανικευμένη και φανταχτερή. Προσομοιάζει, ίσως, με ένα λεκέ στο αγαπημένο σου μπλουζάκι που όσο και αν το τρίβεις, δε λέει με τίποτα να φύγει. Με λίγα λόγια, κάτι, το οποίο ακόμη δεν έχει απομυθοποιηθεί. Κάτι που ζει μέσα σου, ενώ δεν το έχεις ζήσεις ποτέ. Τι ειρωνεία.
Οι περισσότεροι λένε πως δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο, από το να ζεις με απωθημένα. Όμως, αν το καλοσκεφτείς, τα απωθημένα δεν είναι τίποτα παραπάνω από παραμύθια. Και τα παραμύθια δεν έχουν πάντα καλό τέλος. Άλλωστε, δεν γνωρίζουμε αν οι πρίγκιπες και οι πριγκίπισσες των παραμυθιών είναι τόσο ευτυχισμένοι όσο τους αφήσαμε.