Ένα ροζ φόρεμα που δεν ξαναφορέθηκε ποτέ.
Γράφει η Βάσω Θεοδωρίδου
Το θυμάμαι! Ήταν ροζ, λινό εκείνο το φόρεμα!
Ντύθηκα με χαρά και ελπίδα, ναι θα την παίρναμε και αυτή μαζί μας σε εκείνο το μικρό ταξίδι. Μήπως και αυτή τη φορά ακουμπούσε κάπου! Όλα ήταν κανονισμένα.
“Περάστε. Δε θα αργήσουμε! Υπόθεση ρουτίνας.” Καμαρώνοντας το φόρεμα που κυμάτιζε σε κάθε βήμα μου, μπήκα δειλά δειλά στην αίθουσα! Ανυπομονούσα να τελειώσουμε, μα πιο πολύ ανυπομονούσα για την βόλτα που θα ακολουθούσε στην πιο όμορφη, ερωτική πόλη.
Μία φωνή ακούστηκε “ηρεμήστε!” και τα μάτια μου έκλεισαν. Όλα χάθηκαν ξαφνικά, σαν να μην υπήρχα. Και λίγο αργότερα μία θολούρα, και πιο πέρα δυο μάτια αγαπημένα που δυσκολευόμουν να διακρίνω. “Συγγνώμη δεν τελειώσαμε, επιπλοκή”, ήταν τα λόγια που ηχούσαν στα αυτιά μου και μετά ξανά σκοτάδι.
Δεν ένιωθα το χώρο, το χρόνο, το σώμα μου.
Κάποιο γνώριμο άγγιγμα με έκανε να ανοίξω τα μάτια. Όχι δεν ήμουν στη βόλτα που είχαμε κανονίσει, ούτε ένιωθα χαρούμενη. Άρχισα σιγά σιγά να αισθάνομαι το σώμα μου, το ξερό μου στόμα και ένα μούδιασμα που έφευγε καθώς ξανάβρισκα τη μνήμη μου.
Φορούσα ακόμα εκείνο το ροζ φόρεμα, μόνο που είχε βαφτεί κόκκινο, με αίμα ανεξίτηλο. Ούτε ο χρόνος δε μπόρεσε να το σβήσει, το άφησε στην άκρη ματωμένο και δεν ξαναφορέθηκε ποτέ!