Γράφει η Βασιλική Κοτλίτσα
Ζούσαν έναν έρωτα για δυο, από τη πρώτη στιγμή που ενώθηκαν τα σώματα τους. Ζούσαν έναν έρωτα που ποτέ άλλοτε δεν είχε ζήσει κανένας από τους δυο. Δέθηκαν αμέσως σα μια γροθιά, σα μεταλλική άτρωτη μπάλα που δε την λιώνει ούτε η φωτιά.
Γεννήθηκαν για να συναντηθούν προσπερνώντας όσους ανθρώπους γνώριζαν στο παρελθόν, ξέροντας ότι παρακάτω θα βρεθούν μαζί , να τα αλλάξουν όλα.
Γελούσαν από τη καρδιά τους με κάθε αστείο που θα έλεγαν, φώναζαν από χαρά σε κάθε επίτευγμα τους. Γλεντούσαν με τραγούδια όποτε το επιθυμούσαν, και ξεπερνούσαν κάθε εμπόδιο που θα έβρισκαν στο δρόμο τους με ένα φιλί στο στόμα, πηγαίνοντας στο επόμενο σα να είχαν ήδη συνηθίσει τη σειρά.
Ήταν για δυο. Γι αυτούς τους δυο που έβλεπαν οι άλλοι και καμάρωναν. Που χαιρόταν με τη χαρά τους και καμάρωναν για τον έρωτα τους.
Ταξίδευαν πολύ. Άλλοτε με το νου και τη καρδιά και άλλοτε με μια βαλίτσα στο χέρι γυρίζοντας το κόσμο από δω και από κει.
Έπαιρνε ο ένας από τον άλλο. Μάθαιναν από τον ίδιο τους, τον εαυτό. Ζωγράφιζαν με χρώματα του δειλινού τα όνειρα τους και επισκίαζαν έτσι ότι άσχημο ερχόταν. Φορούσαν πάντα το πιο λαμπρό τους και προχωρούσαν σα να είχαν χίλιες ζωές να ζήσουν.
Ήταν ταιριαστοί. Ανήκε ο ένας στον άλλο και αυτό έβγαινε προς τα έξω, σα το πιο όμορφο πίνακα της γης.
Η σχέση τους βασιζόταν στην ειλικρίνεια, στο θάρρος που είχαν τα λόγια τους και στην αλήθεια που έβγαινε από μέσα τους αβίαστα. Τολμούσαν να πουν και τη πιο μικρή βλακεία και έτσι ο καιρός περνούσε σα χείμαρρος ανάμεσα τους.
Στόλιζαν τη ζωή τους μόνο με χαρές κάνοντας στην άκρη τα προβλήματα, αφού πρώτα τα έλυναν με μια κουβέντα παραπάνω.
Ήταν φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο. Το ήξεραν. Το είχαν καταλάβει καλά και τίποτα δε τους εμπόδιζε να πάνε παρακάτω.
Ήταν έτοιμοι να κάνουν το μαζί, υπόθεση ανθρώπινη, στοργική, αληθινή, σα να ήθελαν να μπλεχτούν τα χέρια τους με μια βέρα στο δεξί.
Ό,τι αγαπούσαν ήταν ήδη δικό τους.