Γράφει η Άντζελα Καμπέρου
Θυμάσαι;
Θυμάσαι τίποτα από όσα έχουμε ζήσει;
Θυμάσαι λόγια; Στιγμές;
Θυμάσαι όλα εκείνα που πέρασαν και ίσως δεν ξαναέρθουν;
Θυμάμαι κάθε μας στιγμή. Κάθε σου λέξη. Κάθε βράδυ ξεχωριστά.
Θυμάμαι τις φορές που με πλήγωσες αλλά και τις άλλες, αυτές που ένιωθα ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος πάνω στη γη.
Θυμάμαι τις φορές που σου θύμωνα και σου κρατούσα μούτρα και δεν καταλάβαινες τον λόγο.
Θυμάμαι και αυτές που γελούσα σαν κοριτσάκι γιατί μου είπες την πιο γλυκιά κουβέντα.
Θυμάμαι να με λες “μωρό σου” και εγώ να αστράφτω από χαρά λες και μου είχες πετάξει χρυσόσκονη.
Θυμάμαι και τα νεύρα σου κάποια στιγμή που άθελα μου σου είχα χαλάσει κάτι. Και την επόμενη στιγμή με πήρες αγκαλιά και όλα πέρασαν.
Θυμάμαι εκείνα τα βράδια που κολυμπούσαμε αγκαλιά κάτω από τα αστέρια και ήταν ό, τι χρειαζόμουν εκείνη τη στιγμή.
Θυμάμαι που χάθηκες και μετά ξαναεμφανίστηκες στη ζωή μου σαν να μην τρέχει τίποτα.
Θυμάμαι να σε βρίζω με τους φίλους μου και έπειτα να στεναχωριέμαι γιατί “τον αγαπάω ρε γαμώτο”.
Θυμάμαι να παλεύω με νύχια και με δόντια να μην σου στείλω νηφάλια και τους φίλους μου να παλεύουν για να μην σου στείλω μεθυσμένη.
Θυμάμαι το “σ’ αγαπώ” που ήθελα να σου φωνάξω μια μέρα καθώς έφευγες και το έπνιξα κι αυτό όπως τόσα και τόσα άλλα.
Θυμάμαι το ανέκφραστο βλέμμα σου και την απάθειά σου όταν προσπαθούσα να κάνουμε μία σοβαρή συζήτηση.
Θυμάμαι να μπαίνεις στο αυτοκίνητο και να χάνεσαι, να γίνεσαι καπνός και πίσω σου να αφήνεις μόνο σκόνη, χωρίς να πεις ούτε καληνύχτα.
Θυμάμαι εκείνο το βράδυ που καθίσαμε αγκαλιά χωρίς να μιλάμε κοιτάζοντας απλά το φεγγάρι, καθισμένοι στα βότσαλα με τα μάγουλά μας να ακουμπάνε.
Τα θυμάμαι όλα. Έχουν μείνει οι μνήμες μου να με καίνε.
Και οι αμφιβολίες να μου ανάβουν φωτιές. Εσύ θυμάσαι; Αν όχι όλα έστω κάτι από αυτά;
Σου έχει μείνει τίποτα από εμάς; Ή μήπως πέρασαν όλα και δεν ακούμπησαν;