Γράφει ο Γιώργος Γαλάνης
Άκουσέ με, σου φωνάζω δυνατά απ’ τα συντρίμμια της ψυχής μου.
Άκουσέ με, δώσε μου μόνο ένα σημάδι πως υπάρχεις.
Κάθομαι μόνος, ίλιγγος οι σκέψεις, σκόρπια αναπάντητα ερωτήματα και πάντα να ψάχνω εκείνο το μεγάλο “γιατί”!
Άκουσέ με, είμαι εδώ, στη φυλακή που με καταδίκασες εσύ να ζω.
Χαμένος απ’ το φως, μέσα στους τέσσερις τοίχους, πίνοντας, καπνίζοντας και να κοιτάζω την ελευθερία μου πίσω από τα σκουριασμένα κάγκελα να μου γνέφει. Με θυμάσαι άραγε; Με νιώθεις;
Άκουσέ με μόνο, μη με φοβηθείς! Είμαι εκείνος ο άνθρωπος, ο δικός σου! Εκείνος που έχτιζες μαζί του το μέλλον και έκανες όνειρα για το σήμερα, το αύριο, και όνειρα για μια ζωή μαζί!
Νιώσε με, εδώ είμαι. Αβοήθητος.
Παρέα με τις αναμνήσεις που φτιάξαμε μαζί. Μια φωτογραφία μας δίπλα σε εκείνο το κρεβάτι που ξαπλώναμε και παλεύαμε να χαθούμε από τον κόσμο. Τα λόγια, όλα εκείνα που ειπώθηκαν μέσα σε αυτό το σπίτι.
Άκουσέ με, ξέρεις δεν με πειράζει που έγιναν έτσι τα πράγματα. Άλλωστε, είμαι συνηθισμένος σε τέτοιες καταστάσεις, αδύναμος μα πιο πολύ, με σενα! Ο πόνος αβάσταχτος και ο χρόνος να μοιάζει ατελείωτος μακριά σου!
Άκουσέ με, μονάχος τώρα χτίζω απ’ τα θεμέλια και πάλι την ψυχή μου, μα να ξέρεις πως άξιζε τον κόπο.
Ήσουνα για μένα το πιο σημαντικό πρόσωπο στη ζωή μου μέχρι τώρα και η αγάπη που σου έχω, δεν θα πάψει ποτέ της να υπάρχει.
Άκουσέ με, μα στάσου, τι λέω ο τρελός;
Τώρα πια, εσύ, δεν με ακούς γιατί αν με άκουγες, θα έκλαιγες μαζί μου!