Όταν βάζεις τον εαυτό σου ασπίδα για τον άλλο, φρόντισε και να το αξίζει..
Γράφει η Λία Ευαγγελίδου
Λίγος εκείνος, όλα εκείνη τα έδωσε.
Εκτίμηση, καμία και συμπέρασμα η αχαριστία.
Λύση; Η απομάκρυνση.
Δύναμη, καμία.
Θύτης, εκείνος.
Θύμα, εκείνη.
Όπλα, οι πράξεις.
Τρόπος; Το σημάδι.
Στόχος; Η καρδιά.
Φινάλε, θάνατος..
Μέσα στην καρδιά της υπήρχες μόνο εσύ. Και κατάφερες να σκοτώσεις τον ίδιο τον εαυτό σου. Κατάφερες να σε τελειώσεις από μέσα της και ήταν το πιο όμορφο δώρο που της έκανες. Την λύτρωση της. Μέσα σε λίγες ώρες κατάφερες να κάνεις, ότι δεν βρήκε την δύναμη να κάνει εκείνη τόσο καιρό.Να σε εξαφανίσει από τη ζωή της, για να ξεκινήσει να ζει. Να ξεκινήσει να αναπνέει και να καταλάβει επιτέλους ότι δεν άξιζες καμία θυσία. Να πιστέψει επιτέλους στον εαυτό της, να καταλάβει τι αξίζει και να συνειδητοποιήσει, ότι κάποιοι άνθρωποι δεν είναι για τίποτα τελικά . Τσάμπα θυσιάστηκε. Δεν κοίταξε ποτέ την πάρτη της, δεν κράτησε ποτέ μια πισινή που λέμε, γιατί πίστευε πως όλοι είναι σαν εκείνη. Ένας άνθρωπος, που όταν αγαπάει, είναι εκεί σε όλα, για όλα, για όλους. Και κάπως έτσι την πάτησε και με σΈνα. Γιατί βλέπεις, οι καλοί άνθρωποι τελικά είναι και πολύ αφελείς, και πιάνονται κορόιδα.
Ακούστε λοιπόν πως έχει η ιστορία.
Κάθε φορά που ο δικός του δρόμος ήταν ανηφορικός και δύσβατος, φρόντιζε να μπαίνει μπροστά, να στρώνει το κορμάκι της για να πατάει πάνω σε ίσιωμα μην πέσει εκείνος. Και γινόταν για χιλιόμετρα αυτό. Πατημασιές η πλατούλα της γεμάτη και πόνους από το βάρος που σήκωνε.
Κάποια στιγμή τελείωσε το δύσκολο μονοπάτι και ανάσανε η κοπέλα, αλλά κοιτάτε να δείτε, φιλαράκια μου, τι έγινε. Όπως περπατούσαν δίπλα δίπλα, η κοπέλα έπεσε σε μια λακκούβα, που εκείνος δεν φρόντισε να κλείσει. Δεν φρόντισε να την προστατέψει, δεν φρόντισε να μπει μπροστά, μην γκρεμοτσακιστεί ο άνθρωπος, που έλεγε πως ήταν η ζωή του. Κι όμως την άφησε κι έπεσε μέσα. Κι όχι επειδή δεν την είδε. Απλά δεν νοιάστηκε για εκείνη.
Και πέφτοντας η κοπέλα χτύπησε. Κι αντί να την πάρει αγκαλιά, να της πει, συγνώμη κορίτσι μου, φταίω, δεν φρόντισα να σε προσέχω, αντί να φιλήσει τις πληγές της, να γιάνει το πόνο της, η απάντηση που πήρε, ήταν καλά, δεν βλέπεις που πας; Δεν βλέπεις μπροστά σου; Ξεχνώντας ότι αυτή ειχε παραμερίσει το δικό της δύσκολο δρόμο, για να στρώνει ροδοπέταλα στον δικό του. Γιατί από την αγάπη της κοιτούσε μόνο την δική του ανηφόρα. Πρόσεχε μόνο αυτόν, πιστεύοντας ότι το ίδιο θα έκανε κι εκείνος. Πίστευε….
Κι όμως αυτή η πτώση της άνοιξε τα μάτια. Αυτή η πτώση ήταν η αλήθεια της. Αυτός ο πόνος της άνοιξε τα μάτια. Αυτή η επιπλέον πληγή στην καρδούλα της ήταν ο δάσκαλος της. Συνειδητοποίησε ότι ήταν μόνη. Συνειδητοποίησε ότι, όσα καλά και να κάνεις σε κάποιον, εάν είναι αχάριστος έτσι θα παραμένει. Συνειδητοποίησε ότι όσο πιο πολλά κάνεις σε ανθρώπους, που δεν εκτιμάνε, πάντα λίγα θα είναι για εκείνους. Συνειδητοποίησε ότι τελικά για εκείνον δεν σημαίνει τίποτα κι ας ήταν γι’ αυτή ο κόσμος όλος. Συνειδητοποίησε ότι όσο πιο πολύ σκύβει, τόσο πιο πολύ ανεβαίνουν στο σβέρκο της οι παρτάκηδες. Και το κυριότερο, κατάλαβε ότι τα μονοπάτια της ζωής είναι για δύο κι όταν θα βάζει το κορμάκι της ασπίδα για κάποιον, να φροντίζει να αξίζει τον κόπο.
Τελικά το καλό σε όλη την ιστορία είναι ότι εκείνος αυτή τη φορά σημάδεψε σωστά.
Σημάδεψε την καρδιά της και αυτοκτόνησε.
Γιατί εκεί μέσα υπήρχε μόνο αυτός.