Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Κι έρχονται κάποια στιγμή στη ζωή σου κάποιοι άνθρωποι που θέλουν πραγματικά να μείνουν. Για όσο. Κι αυτό το όσο, να μην έχει αρχή ή τέλος.
Δεν θα κάνουν καμία προσπάθεια να σε γοητεύσουν με κόλπα και παιχνίδια εντυπωσιασμού. Χωρίς τυμπανοκρουσίες, θα φέρουν τον εαυτό τους, πολλές φορές λαβωμένο από τις δικές τους μάχες, και θα σταθούν μπροστά σου από καθαρή τύχη – ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται. Θα σου πουν «να ‘μαι, ήρθα».
Θα σε αναγνωρίσουν κοιτάζοντάς σε στα μάτια. Θα σε δουν όπως ακριβώς είσαι, με τα σκοτάδια και τα φωτεινά σου, με όλα τα χρώματα και το μαύρο σου. Γιατί τα δικά σου «αχ» δεν τους είναι άγνωστα, και το χαμόγελό σου είναι για εκείνους δώρο από τον Θεό που πιστεύουν. Συνεχίζουν κι αυτοί εδώ, όπως κι εσύ…
Γιατί οι καιροί των δοκιμασιών κάποτε τελειώνουν, και εσύ έχεις δικαίωμα να σωθείς. Άντεξες πολλές φουρτούνες στης ζωής σου τα πέλαγα, με πορεία γεμάτη «πρέπει», λιγότερα «θέλω» και αμέτρητα «μπορώ».
Θα σου απλώσουν το χέρι, θα ανοίξουν αγκαλιά, θα δηλώσουν παρουσία και, κυρίως, αποδοχή. Αποδοχή για όσα κουβαλάς, για όσα αγκομαχώντας σέρνεις σε μια καθημερινότητα που μοιάζει με αγώνα δρόμου αντοχής.
Δεν θα ζητήσουν τίποτα από σένα, πέρα από το να τους αφήσεις να υπάρχουν γύρω σου, με την κρυφή ελπίδα να τρυπώσουν και μέσα σου. Όχι με πονηριά, αλλά με θέληση και πίστη. Με την αλήθεια τους βιβλίο ανοιχτό μπροστά σου, διαθέσιμο να το ξεφυλλίσεις με την ησυχία σου.
Χωρίς λογική και πολλή ανάλυση. Μόνο με σιωπή, ανάσα κι ένα «είμαι εδώ για σένα».
Και κάπως έτσι γίνεται ένα νέο «μαζί». Ένα αφράτο, μαλακό μαξιλάρι για να ακουμπήσεις την ανεμοδαρμένη σου ψυχή, που είχε πιστέψει ότι δεν δικαιούται να ξεκουραστεί και να ηρεμήσει.
Ένα «μαζί» χωρίς εξουσία ρόλων και συνθηκών. Απλά, καθημερινά, εύκολα, σαν τον τρόπο που ανασαίνεις. Σαν ένα ποτήρι δροσερό νερό για να ξεδιψάσει την τόσο διψασμένη γη που περικλείει την άυλη πνοή σου.
Μην τρομάξεις μ’ αυτό. Μην ξεκινήσεις να σαμποτάρεις, να εκλογικεύεις, να ψάχνεις το δράκο στην ιστορία. Γιατί μπορεί και να μην υπάρχει. Κι αν δεν αφεθείς, δεν θα το μάθεις ποτέ.
Δικαιούσαι να ξαποστάσεις λιγάκι. Να χαλαρώσεις. Να ζήσεις τη χαρά της ζωής που κι εσύ αξίζεις! Ναι, αλήθεια σου λέω, πίστεψέ το… και ζήσ’ το!
Δώρο για το αλλιώτικο καλοκαίρι που θα ‘ρθει επιτέλους…