Γράφει η Ηρώ Αναστασίου.
Κάποιες μέρες είναι οι δικές μου μέρες.
Αυτές που αγκαλιάζω την ψυχή μου για όσα μου χάρισε η ζωή.
Οι δικές μου μέρες είναι αυτές που κοιτάζω στον καθρέφτη και συμφιλιώνομαι με το είδωλό μου. Αυτό που χρόνια πάλευα να αγαπήσω. Αυτό που δεν θα έπρεπε να αποστρέφομαι.
Ναι, γιατί μου πήρε χρόνια για να μην αποστρέφομαι το είδωλό μου.
Μου πήρε χρόνια να αγαπήσω τις ρυτίδες μου.
Για τα πενήντα χρόνια που κουβαλώ, για όλες τις ρυτίδες που ακουμπάω στο πρόσωπό μου.
Και τώρα πολεμάω μόνο για την ψυχή μου.
Γιατί αντιλήφθηκα πως το μόνο σημαντικό για μένα τώρα πια είναι το βάθος της ψυχής που κουβαλάς.
Το ζητούμενο είναι να ζεις τη ζωή σου φλεγόμενος, χωρίς να καίγεσαι ποτέ.
Ό,τι αγαπώ, γεννιέται αδιάκοπα, γιατί στο βάθος της ψυχής μου σιγοκαίει η φλόγα της καρδιάς μου.
Όταν αποφάσισα ότι θέλω να είμαι ευτυχισμένη παρέβλεψα πολλά.
Είδα κι αγάπησα τις ατέλειές μου και τις ατέλειες όλου του κόσμου.
Δεν είχα καταλάβει ότι το μυστικό του ο καθένας, το κρύβει μέσα, βαθιά στην ψυχή του.
Εκεί όπου η αγάπη του τον οδηγεί. Εκεί που κλειδώνει και ξεκλειδώνει την καρδιά του.
Εκεί που ανασαίνει η μορφή του και ξεγυμνώνει το βλέμμα του.
Γιατί γεννήθηκα σε μια θύελλα επάνω.
Μεγάλωσα με έναν άνεμο αντάμα, με μια ψυχή γεμάτη από καταιγίδα, με μια σκέψη αστραπή.
Σ’αυτές λοιπόν τις μέρες που αγκαλιάζω την καρδιά μου, γιατί εκεί κρύβεται η αγάπη μου, νιώθω ευγνώμων για όλα όσα μου χάρισε η ζωή.
Για όλα όσα κατάφερα μόνη μου, για όλα όσα πάλεψα και παλεύω.
Γιατί δεν θέλω να ακυρώνω τον εαυτό μου τώρα πια, παρά να τον αγκαλιάζω και να τον φροντίζω