Γράφει η Jinxie Jinx
Το ξέρω πως σε πρόδωσα.
Σε πρόδωσα με το πρώτο χάδι, “αθώο” είπα με το μυαλό μου. Ανθρώπινο το δικαιολόγησα στους φίλους.
Μα δεν ξέρω ποιον προσπαθούσα τελικά να παραπλανήσω, τον κόσμο ή εμένα;
Το ξέρω πως σε πρόδωσα.
Σε πρόδωσα με το πρώτο βλέμμα, εκείνο που άναψε μια πρώτη σπίθα, μια σπίθα που ένιωθα σβηστή καιρό. Κι αυτό το δικαιολόγησα, έριξα το φταίξιμο στο αλκοόλ που είχε κατακλύσει τα κεφάλια μας. Ιδέα τους ήταν.
Το ξέρω πως σε πρόδωσα.
Σε πρόδωσα γιατί δεν σου μίλησα όταν έπρεπε, το τράβηξα από φόβο, από ανασφάλεια, από ούτε και εγώ δεν ξέρω πια.
Σε πρόδωσα γιατί όταν αγαπάς είσαι ειλικρινής.
Όταν αγαπάς φροντίζεις τον άλλο. Και εγώ δεν σε φρόντισα.
Μα πάντα τους άλλους φρόντιζα και ποτέ τον εαυτό μου.
Ορκιζόμουν πως δεν θα έκανα ποτέ τίποτα που θα σε πλήγωνε και να που τελικά δεν μπορείς να ξέρεις ούτε τον ίδιο σου τον εαυτό.
Και να που τελικά σε πλήγωσα και πλήγωσα μαζί κι εμένα και ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελα να κάνω.
Μα να, καμιά φορά, τα ηνία φεύγουν από τα χέρια σου, τα αναλαμβάνει άλλος κι εσύ ανήμπορος παρακολουθείς την παράσταση να εκτυλίσσεται.
Μαγεύτηκα.
Μαγεύτηκα και σε πρόδωσα. Και λυπάμαι πολύ για αυτό, μα τα ηνία έχουν φύγει από τα χέρια μου καιρό.