Γράφει ο Αλέξανδρος Χωριανούδης
Το άγγιγμά σου ήταν το πιο δυνατό “είμαι εδώ” που ένιωσα ποτέ. Δεν χρειάστηκαν λόγια, ούτε εξηγήσεις. Μια στιγμή ήταν αρκετή. Ένα άγγιγμα που έκοψε την ανάσα μου και έκανε τον κόσμο να σωπάσει. Δεν ήξερα ότι η σιωπή μπορούσε να φωνάζει τόσο δυνατά.
Δεν ήταν απλώς επαφή. Ήταν η δήλωσή σου. Ήταν σαν να μου έλεγες: «Είμαι εδώ, μαζί σου. Ό,τι κι αν γίνει, ό,τι κι αν φέρει η ζωή, δεν είσαι μόνος». Ένα άγγιγμα που βρήκε τις ρωγμές μου και τρύπωσε μέσα τους. Που έφτασε στα πιο βαθιά, εκεί που κανείς δεν είχε φτάσει πριν.
Και ξέρεις κάτι; Με τρόμαξε. Το παραδέχομαι. Γιατί σε έναν κόσμο γεμάτο επιφανειακότητα, γεμάτο ψεύτικα λόγια και βιαστικές στιγμές, εσύ ήσουν αληθινή. Το άγγιγμά σου δεν ήταν τυχαίο, δεν ήταν απλό. Ήταν ένας σεισμός που με τάραξε από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Και όταν ένας άντρας νιώθει κάτι τέτοιο, νιώθει και τον κίνδυνο. Τον κίνδυνο να χαθεί μέσα σε αυτό.
Αλλά ξέρεις τι άλλο ένιωσα; Ελευθερία. Ναι, ελευθερία. Γιατί σε εκείνη τη στιγμή, μέσα από το άγγιγμά σου, έβγαλα τον θωρακισμένο εαυτό μου. Δεν χρειαζόταν να προσποιούμαι, δεν χρειαζόταν να είμαι κάτι που δεν είμαι. Μου έδειξες πως αρκεί να υπάρχω. Και αυτό, πίστεψέ με, είναι κάτι που δεν μου έχει δώσει κανείς άλλος.
Δεν ξέρω πώς το έκανες. Ίσως ούτε εσύ το ξέρεις. Ίσως ήταν απλώς η μαγεία σου. Ίσως ήταν κάτι που ούτε οι δυο μας δεν μπορούμε να εξηγήσουμε. Αλλά δεν χρειάζεται εξήγηση. Το μόνο που ξέρω είναι πως εκείνη τη στιγμή, με ένα απλό άγγιγμα, κατάλαβα τι σημαίνει να νιώθεις ζωντανός.
Το άγγιγμά σου ήταν το πιο δυνατό “είμαι εδώ” που ένιωσα ποτέ. Και αυτό δεν είναι κάτι που ξεχνιέται. Δεν είναι κάτι που σβήνει. Είναι κάτι που μένει για πάντα, βαθιά χαραγμένο στην ψυχή. Όπως κι εσύ.