Γράφει η Νίκη Σταματοπούλου
Τις Κυριακές τα πρωινά, όλα είναι πιο ήσυχα. Η πόλη αργεί να ξυπνήσει, οι δρόμοι είναι άδειοι και οι στιγμές μοιάζουν να διαρκούν λίγο παραπάνω. Είναι τότε που καταλαβαίνεις ποιος σου λείπει.
Δεν είναι απλά η απουσία. Είναι η αίσθηση. Αυτή η μικρή τρυφερή σιωπή που γεμίζει τον χώρο όταν κάποιος άλλος είναι εκεί. Το άγγιγμα του βλέμματός του, η μυρωδιά του καφέ που φτιάχνετε μαζί, το πώς γεμίζει το κενό στο πλάι σου στον καναπέ.
Τις Κυριακές τα πρωινά, όλα μοιάζουν πιο καθαρά. Δεν υπάρχει η φασαρία της καθημερινότητας για να κρύψει τις σκέψεις σου. Εκείνες οι σκέψεις που έθαψες όλη την εβδομάδα, έρχονται τώρα στην επιφάνεια. Και μέσα σε αυτές, βρίσκεται εκείνος – ή εκείνη – που σου λείπει.
Η σιωπή έχει έναν τρόπο να σου ψιθυρίζει αλήθειες. Σου δείχνει τα κενά, τα ανείπωτα, τα “τι θα γινόταν αν.” Και ξαφνικά, το κενό γίνεται πιο έντονο. Όχι γιατί δεν μπορείς να το γεμίσεις, αλλά γιατί ξέρεις ακριβώς ποιος το γεμίζει καλύτερα.
Τις Κυριακές τα πρωινά, δεν χρειάζεται να πεις τίποτα. Ούτε να εξηγήσεις. Ο πόνος της απουσίας είναι απλός, καθαρός, σχεδόν ευγενικός. Και την ίδια στιγμή, τόσο βαθύς. Γιατί τις Κυριακές, σε αυτά τα ήσυχα πρωινά, καταλαβαίνεις πως κάποια κενά δεν θέλεις να τα γεμίσεις με κανέναν άλλον.