Γράφει ο Αλέξανδρος Χωριανούδης
Την ώρα που η εμπιστοσύνη χάνεται, το έργο τελειώνει.
Όχι με φωνές. Όχι με εξηγήσεις. Όχι με εντάσεις.
Τελειώνει σιωπηλά. Όπως σβήνει ένα κερί που κανείς δεν φρόντισε να προστατεύσει απ’ το ρεύμα. Όπως παγώνει το βλέμμα όταν πια δεν έχει λόγο να ζεσταθεί.
Γιατί όσο μεγάλος κι αν είναι ο έρωτας, όσο δυνατά κι αν χτυπά η καρδιά, όταν ραγίσει η εμπιστοσύνη, δεν υπάρχει τρόπος να κολληθεί. Δεν υπάρχει «συγγνώμη» που να μπορεί να ντύσει ξανά τη γύμνια της προδοσίας. Δεν υπάρχει κανένας δρόμος πίσω. Μόνο βήματα προς την έξοδο.
Κι όσο εσύ μπορεί να παλεύεις να κρατήσεις τα προσχήματα, εγώ ήδη μάζεψα την ψυχή μου απ’ το πάτωμα και έφυγα.
Όχι γιατί δεν αγάπησα.
Αλλά γιατί δεν μπορώ να αγαπώ κάποιον που δεν νοιάστηκε να προστατεύσει το «μαζί» μας.
Δεν με νοιάζει τι σε ώθησε. Δεν ζητάω καμία εξήγηση. Όταν το πιο πολύτιμο χάνεται, ό,τι και να πεις, είναι αργά. Δεν γυρίζει η στιγμή που διαλύθηκαν όλα. Δεν ξεγράφεται το βλέμμα που άδειασε.
Και ξέρεις κάτι;
Η εμπιστοσύνη δεν σπάει πάντα με προδοσία. Καμιά φορά χάνεται με την αδιαφορία. Με τις μικρές σιωπές. Με τα λόγια που δεν είπες, ενώ έπρεπε. Με τις απουσίες σου, όταν σε χρειαζόμουν περισσότερο απ’ όλα.
Γι’ αυτό σου λέω.
Την ώρα που η εμπιστοσύνη χάνεται, το έργο τελειώνει.
Κι εγώ, αυτή τη φορά, δεν θα μείνω να δω το φινάλε.