Γράφει η Ηρώ Αναστασίου
Μαζεύω τις σκόρπιες λέξεις, δεν μπορώ να συγκεντρωθώ.
Το μυαλό μου σμπαράλια πάλι.
Πώς να ερμηνεύσω τον πόθο μου που άγρια γυρίζει επάνω σου;
Πώς να φωλιάσω την ψυχή μου που τρομάζει μακριά σου;
Πώς να ημερέψω την καρδιά μου που χτυπάει ακατάπαυστα;
Πώς να λειάνω τα χέρια μου να μην πονάνε μακριά σου;
Πώς να αναστήσω το κορμί μου που πεθαίνει χωρίς την αφή σου;
Πες μου έναν τρόπο πες μου πώς;
Άφησέ με να έρθω μαζί σου εκεί που ο πόλεμος τελειώνει.
Σ’ έναν συνεχόμενο πόλεμο είμαι, πολεμάω με την καρδιά μου, πολεμάω με το μυαλό μου, πολεμάω με την ψυχή μου, πολεμάω με το κορμί μου.
Αλλά απ’ την άλλη κι ο έρωτας πόλεμος είναι.
Τα πάντα χαράζονται πάνω σου, μέσα σου.
Και δεν μπορώ να ανασάνω μακριά σου, πνίγομαι χωρίς να το καταλαβαίνω.
Σπάζω σε χίλια κομμάτια και μετά παίρνω ένα κι αρχίζω να τα κολλάω.
‘Ηρθες κι έκανες τον έρωτα, ιστορία απλή, τόσο απλή αλλά και τόσο περίπλοκη.
Έρωτας είναι τα μάτια σου, όταν μ’ αγγίζουν με πόθο.
Έρωτας είναι ο πόθος σου, όταν μ’ αγγίζεις με ευλάβεια.
Έρωτας είναι το κορμί σου όταν σπαρταράει από ηδονή.
Έρωτας είναι η αδημονία μου κάθε φορά που ασπάζεσαι τον έρωτά μου.
Πάμε για μια ανατολή που θα είναι μόνο δική μας;
Πάμε να σμίξουμε τις ζωές μας και να βγάλουμε αγάπη;
Πάμε εκεί που δεν μας πήγαν οι άλλοι;
Εκεί που το πάθος μας θα εκτιναχτεί;
Πάμε να κρατηθούμε χέρι χέρι κι όπου μας βγάλει;
Πάμε να χορτάσουμε έρωτα;
Θα αδειάσω λίγο έρωτα στις χούφτες σου και θα ντυθώ πόρνη για να σε γεμίσω
απ’ όλα εκείνα τα φιλιά που σ’ αρέσουν.
Από εκείνα τα φιλιά σαν τον οργασμό δίχως τέλος.
Πάμε εκεί που η αυγή θα ανασταίνει τις ανάσες μας;
Τι λες λοιπόν, πάμε για ένα έρωτα μόνο δικό μας;
Ήρθες και η ζωή μου απόκτησε ξαφνικά νόημα!