Γράφει η Γεωργία Ντούνη
Ως παιδιά, κάναμε όνειρα που μεγαλώνοντας γελούσαμε με αυτά. Όταν μεγαλώσαμε, ξανά κάναμε όνειρα, διαφορετικά, ίσως όχι τόσο αληθινά αλλά σίγουρα πιο ρεαλιστικά. Όνειρα πιο εφικτά, που θέλουν κόπο, τρόπο και πυγμή. Πολλές φορές χρειάζονται και θυσίες. Τα όνειρα είναι πιο εύκολα να τα πλάθεις όταν δεν είσαι μόνος. Μια σχέση και ένας υποστηρικτικός άνθρωπος σε βοηθάει να τα υλοποιήσεις, πατώντας στα πόδια σου. Ένας χειριστικός όμως θα σε πείσει ότι πατάς πάνω σε αυτόν για να τα καταφέρεις.
Σε είχα δίπλα μου και πίστευα πως ονειρευόμουν γιατί μου είχες δώσει τα πόδια σου για να πατήσω, ώστε να μη φοβηθώ την πτώση άμα και όταν έρθει. Ένα πρωί ξύπνησα και βρέθηκα μόνη μου, να πατάω σε μια γη που πίστευα πως δεν μου ανήκει, δεν την γνώριζα, δεν ήξερα πώς να περπατήσω. Πού να πατήσω; Πού να σταθώ; Αυτός ο δρόμος εδώ είναι γεμάτος λακούβες. Θα λερωθώ, θα χτυπήσω, θα πνιγώ… Πώς με έριξες εδώ; Δεν σκέφτηκες ότι έτσι δεν έχω μάθει μόνη μου να περπατώ;
Και έτσι έμεινα ολομόναχη και οι επιλογές ήταν δύο: ή θα έμενα σταθερή, ή θα ακολουθούσα τη διαδρομή, με όποιον τρόπο πίστευα εγώ σωστό και ας έτρωγα τα μούτρα μου! Άρχισα να περπατώ και ενώ παραπάταγα συχνά, καταλάβαινα πως κάθε στραβοπάτημα με έκανε πιο προσεκτική, πιο υπομονετική αλλά και με τον καιρό πιο πεισματάρα! Να καταφέρω όλα αυτά που είχα ονειρευτεί από πριν…
Στην τελική, τα όνειρα ήταν δικά μου. Μοιραζόμουν τη σκέψη μου, όχι τον στόχο μου! Με κάποιο τρόπο με είχες κάνει να πιστέψω ότι μόνη δεν μπορώ γιατί με “κουρδίζεις” εσύ, ότι πατούσα στα πόδια σου για να τα καταφέρω. Κάπου εκεί, λοιπόν, που “έφαγα” τις κακουχίες ενός δρόμου που δεν γνώριζα, βγήκα κερδισμένη. Εκεί ήταν η στιγμή που αντιλήφθηκα ότι δεν πατούσα στα πόδια σου, αλλά στα δικά μου! Τώρα πια που το γνωρίζω, πατώ πιο καλά από ποτέ και αν ακούσεις ποτέ τη γη να τρέμει, είναι για να σου θυμίζει πως τελικά δεν βγήκα εγώ η χαμένη…