Γράφει η Ματίνα Νικάκη – MaGio
Κάθε πρωί ξυπνάς, κι αφού κάτσεις λίγο καθιστή στο κρεβάτι σου, πας να ρίξεις νερό στο πρόσωπο σου. Καθημερινή συνήθεια. Καθώς σκύβεις μπροστά στον νιπτήρα, σηκώνεις το βλέμμα στον καθρέφτη, να σε δεις. Κοιτάζοντας σε στα μάτια, τη βλέπεις που δεν λείπει ποτέ, εκείνη η μικρή, εκείνο το κοριτσάκι που, όσο χρονών και να ‘σαι, θα είναι για πάντα εκεί. Το παιδί που έχεις μέσα σου.
Εκείνο το παιδί που τόσο προσπάθησε να καταλάβει τους γύρω του όταν ήταν μικρό, να κατανοήσει γιατί βρέθηκε στη μέση διαξιφισμών των μεγαλύτερών του, που μπήκε στη δίνη των δικών τους πληγών. Κανείς δεν κατάλαβε πως είχε φωνή, κι ένιωθε ενοχές. Κι ας μην μιλούσε, ίσως του γέννησαν ανασφάλειες και δεν πίστεψε όσο έπρεπε στον εαυτό του. Αυτές, καθώς μεγάλωνε, μεγάλωναν μαζί του, οδηγώντας το σε λάθος επιλογές ανθρώπων δίπλα του. Και κάθε, μα κάθε φορά πονούσε.
Πάντα η γυναίκα αντιμετώπιζε όλες τις δύσκολες συνθήκες και πειθαρχούσε για να τα βγάλει πέρα, κι έβαζε εκείνο το κοριτσάκι να παίξει με τις κούκλες του. Ύστερα πήγαινε πάλι και το μάζευε στο ασφαλές του καταφύγιο.
Είναι στη φύση του να θέλει να παίξει, ανέμελο, να γελάσει με την ψυχή του, χωρίς δεύτερες σκέψεις. Να αγαπήσει και να αγαπηθεί, να το σφίξουν στην αγκαλιά τους και να αποκοιμηθεί αποκαμωμένο σε μία ασφαλή γωνίτσα που κάποιος θα φροντίσει να το σκεπάσει. Κατάλαβες τώρα ποιόν εαυτό σου περιγράφω;
Να το αγαπάς το παιδί μέσα σου και να το φροντίζεις. Είναι αυτό που θρέφει την αθωότητα σου, τη γλύκα σου, την ενσυναίσθησή σου, την ομορφιά της ψυχής σου. Εσύ πρώτη αγάπα το και μη σε νοιάζει για τους άλλους. Όποιος το δει, αυτός θα αγαπηθεί με μία αγάπη που ποτέ του δεν θα έχει ζήσει και δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσει!