Γράφει η Δανάη Χριστοδούλου
Σε έναν άλλο κόσμο, εκεί που εσύ κι εγώ συναντιόμαστε χωρίς όρους κι όρια, εκεί θα σε περιμένω.
Όχι γιατί ελπίζω, αλλά γιατί κάπου βαθιά μέσα μου ξέρω πως υπάρχουν αγάπες που δεν χωράνε στο τώρα.
Που δεν άντεξαν τον χρόνο, τους ανθρώπους, τα «πρέπει» και τα «μη».
Που γεννήθηκαν για να καούν, όχι για να επιβιώσουν.
Εκεί θα είμαστε χωρίς δικαιολογίες, χωρίς άμυνες, χωρίς εκείνες τις σιωπές που μας πλήγωσαν πιο πολύ κι απ’ τα λόγια.
Εκεί δεν θα χρειαστεί να κρύβουμε το βλέμμα, ούτε να μετράμε αποστάσεις.
Δεν θα έχει «φοβάμαι», δεν θα έχει «αν».
Θα έχει μόνο «είμαι εδώ».
Σ’ αυτόν τον κόσμο που ζούμε τώρα, η αγάπη μοιάζει με έγκλημα.
Πρέπει να την κρατάς μυστική, να τη λες ψιθυριστά, να τη χωράς στα κλεφτά σου λεπτά.
Μα εγώ δεν ήθελα να σε αγαπώ έτσι.
Ήθελα να σε αγαπώ ολόκληρα — με μέρα, με φως, με χέρια που δεν τρέμουν.
Ήθελα να σε αγαπώ χωρίς να χρειάζεται να απολογούμαι.
Μα ίσως δεν ήταν η στιγμή μας.
Ίσως σ’ αυτή τη ζωή να συναντηθήκαμε απλώς για να θυμηθούμε πώς μοιάζει η ψυχή όταν ξυπνά.
Ίσως να ήσουν το ξυπνητήρι μου από έναν ύπνο χωρίς όνειρα.
Και τώρα που ξύπνησα, δεν θυμώνω.
Γιατί κάπου αλλού, σε μια άλλη εκδοχή του κόσμου,
εγώ κι εσύ υπάρχουμε χωρίς εμπόδια.
Εκεί θα γελάμε χωρίς φόβο.
Θα με κρατάς όπως δεν πρόλαβες ποτέ.
Θα είσαι ο εαυτός σου χωρίς να χρειάζεται να ντρέπεσαι γι’ αυτό.
Και θα σε περιμένω εκεί — όχι με πόνο, αλλά με γαλήνη.
Γιατί κάποιες ψυχές είναι δεμένες,
όχι για να ζήσουν μαζί,
αλλά για να αναγνωρίζονται,
κάθε φορά που ο κόσμος τελειώνει και ξαναρχίζει.
