Γράφει ο Φιλίππου Νικόλαος
Μπορείς;
Μπορείς να βγεις λίγο από το μυαλό μου, σε παρακαλώ;
Γιατί κουράστηκα να σε σκέφτομαι συνέχεια.
Και δεν είναι μόνο στα βράδια που δεν σε βλέπω πια,
είναι και τα πρωινά.
Είναι στον καφέ, στο τι τραγούδι παίζει στο ραδιόφωνο,
είναι σ’ αυτό το «πώς θα μου το έλεγες εσύ τώρα» που πετάγεται χωρίς να το καλώ.
Και ξέρεις τι με τσακίζει;
Ότι σ’ έχω μέσα μου, αλλά δεν σε έχω εδώ.
Ότι θυμάμαι τα πάντα και προσπαθώ να μη σε ψάξω,
να μη σου γράψω,
να μη φανώ «λίγος» επειδή νοιάζομαι ακόμα.
Μα είναι τρελό το μυαλό.
Κρατάει όσα δεν πρέπει, επαναλαμβάνει όσα πόνεσαν,
και ντύνει την απουσία σου με αναμνήσεις που μυρίζουν ακόμα εσένα.
Δεν ήθελα πολλά.
Ήθελα να μείνεις.
Να προσπαθήσεις λίγο παραπάνω όταν όλα λύγιζαν.
Να μη φεύγεις κάθε φορά που φοβόσουν την ένταση.
Να μη με αφήνεις με το «κι αν…».
Αλλά έφυγες.
Και τώρα είσαι παντού.
Σε κάθε σκέψη, σε κάθε χαζό αστείο που μόνο εσύ θα γελούσες.
Σε κάθε γυναίκα που δεν είσαι εσύ,
και σε κάθε σιωπή που μου θυμίζει τη δική σου φωνή.
Οπότε, αν γίνεται,
βγες λίγο απ’ το μυαλό μου.
Ή — αν δεν μπορείς —
γύρνα.
Να σου πω αυτά που τότε δεν είπα.
Και να στα πω αλήθεια αυτή τη φορά.