Γράφει ο Γιώργος Αντωνιάδης
Κάθε φορά που φεύγεις, το βλέπω στα μάτια σου. Εκείνη τη σιγουριά ότι θα είμαι από πίσω. Ότι θα κάνω το πρώτο βήμα, θα σε φωνάξω, θα σε πιάσω πριν απομακρυνθείς. Αλλά ξέρεις κάτι; Μην ποντάρεις σε αυτό.
Δεν είναι πως δεν σε θέλω. Δεν είναι πως δεν πονάω. Είναι ότι κουράστηκα να παίζω παιχνίδια. Να δίνω μάχες που μόνο εγώ φαίνεται να πολεμάω. Αν η αγάπη σου εξαρτάται από το αν θα τρέξω πίσω σου, τότε δεν είναι αγάπη. Είναι μια δοκιμασία, κι εγώ έχω τελειώσει με τις δοκιμασίες.
Φεύγεις; Πήγαινε. Μην κοιτάξεις πίσω περιμένοντας να είμαι εκεί. Αν ήθελες να μείνεις, δεν θα έφευγες εξαρχής. Αν το «μαζί» μας άξιζε, δεν θα χρειαζόταν να αποδεικνύεται κάθε φορά με δράματα και αποστάσεις.
Έχω τρέξει αρκετά. Έχω κυνηγήσει αρκετά. Και ξέρεις τι κατάλαβα; Ότι αυτός που φεύγει, αν δεν έχει λόγο να μείνει, δεν θα μείνει ποτέ. Όσο κι αν τρέξω, όσο κι αν παλέψω.
Οπότε, αν φύγεις, μην περιμένεις. Δεν είναι εκδίκηση, ούτε αδιαφορία. Είναι η στιγμή που καταλαβαίνω πως αξίζω κάτι περισσότερο. Κάποιον που δεν φεύγει για να δοκιμάσει αν θα τον κυνηγήσω, αλλά μένει γιατί το θέλει.
Κι αν εσύ θέλεις να φύγεις, τότε μην ποντάρεις σε εμένα για να σου αλλάξω γνώμη. Το βάρος της επιλογής σου είναι δικό σου. Εγώ απλώς δεν τρέχω πια.