Με ένα βαλς θλιμμένο κι ένα σ’αγαπώ, πίστεψα ξανά στα θαύματα.. πίστεψα ξανά σε εμάς
Γράφει η Φλώρα Σπανού.
Ανήμερα Χριστουγέννων, όλη η οικογένεια μαζεμένη στο πατρικό μου, όπως συνηθίζεται άλλωστε να γίνεται τα τελευταία είκοσι οχτώ χρόνια της ζωής μου.
Από τότε δηλαδή που θυμάμαι τον εαυτό μου. Οι γονείς μου, ο αδερφός μου με τη γυναίκα του, η αδερφή μου με τον αρραβωνιαστικό της, η γιαγιά και ο παππούς, τα δύο ανίψια μου, ο Λευτέρης και η Ερατώ, η ξαδέρφη μου η Γιώτα με τον φίλο της τον Σωτήρη (καινούργιος έρωτας), η Δανάη η άλλη μου ξαδέρφη βυθισμένη ως συνήθως στο ipad να παίζει παιχνίδια και λίγο παράμερα από τους υπόλοιπους, δίπλα στο τζάκι κάθομαι εγώ.
Η ατμόσφαιρα Χριστουγεννιάτικη, όλοι φορούν τα καλά τους, οι γυναίκες πηγαινοέρχονται από την κουζίνα με τα χέρια γεμάτα εκλεκτούς μεζέδες, και οι άντρες κάθονται στο τραπέζι παίζοντας χαρτιά μέχρι να ετοιμαστεί το τραπέζι και να καθίσουμε όλοι μαζί για το δείπνο. Μονάχα εγώ κάθομαι παράμερα από τους υπόλοιπους, γιατί αυτά τα Χριστούγεννα είναι τα πιο δύσκολα της ζωής μου. Το βλέμμα μου είναι καρφωμένο στη φωτιά που εδώ και ώρα χορεύει το δικό της βαλς.
Ένα βαλς θλιμμένο, όπως κι εγώ άλλωστε. Ένα δάκρυ είναι έτοιμο να κυλήσει στο μάγουλο μου, όμως, προσπαθώ, να το κρατήσω, μου είναι δύσκολο γιατί στο νου μου έρχεται η τελευταία του εικόνα. Η τελευταία μας συνάντηση. Εκείνα τα γαλάζια μάτια που όσο και να τα κοίταζα μου ήταν αδύνατον να τα χορτάσω. Μια ευχάριστη μελωδία πλημμυρίζει τον γιορτινό χώρο τριγύρω μου και η ευωδία της γαλοπούλας που μόλις στόλισε το τραπέζι ήρθε να με ξυπνήσει από τις ατέλειωτες και βασανιστικές σκέψεις.
Παλιά θα ήμουν η πρώτη που θα καθόμουν στο τραπέζι, η πρώτη που θα πήγαινε στην κουζίνα να βοηθήσει, εκείνη που θα έβαζε την τελευταία πινελιά στον χριστουγεννιάτικο στολισμό του σοκολατένιου κορμού, γιατί εκτός από κοινωνική, αισιόδοξη, τολμηρή ,κι ευχάριστη σαν προσωπικότητα ήμουν και ένα άτομο με πολύ δημιουργικότητα και φαντασία. Ήμουν πολύ ζωηρή και ατίθαση ένα κορίτσι που έκανε τους άλλους να γελούν με τα δροσερά αστεία της, ένας άνθρωπος που πολύ θαύμαζαν και ζήλευαν το ταλέντο του στην ντομπροσύνη και στο θάρρος. Όμως, τώρα;
Που πήγε αυτός ο άνθρωπος; Τον τελευταίο χρόνο κατάντησα να είμαι μια ψυχή κουρασμένη και ταλαιπωρημένη, απογοητευμένη, και θλιμμένη. Που πήγε εκείνο το χαμόγελο; Εκείνος ο ενθουσιασμός; Χάθηκαν όλα. Μονομιάς. Με μια και μόνο του λέξη «φεύγω». Αυτή η τόση δα μικρούλα λέξη που ξεστόμισε ακόμη αντηχεί στα αυτιά μου και ρημάζει την καρδιά μου. Βλέπω τα πολύχρωμα λαμπιόνια του χριστουγεννιάτικου δέντρου να αναβοσβήνουν απέναντι μου και αναπολώ την περασμένη χρονιά που εκείνος ήταν πλάι μου. Καθόταν στο τραπέζι με τους υπόλοιπους άντρες και κάθε τόσο γύρναγε και μου έκλεινε το μάτι. Ήμουν τόσο ευτυχισμένη. Πετούσα στον ουρανό.
Ήμουν ερωτευμένη. Τον αγάπησα αυτό τον άντρα με όλη μου την ψυχή. Και ακόμη τον αγαπώ. Όμως, αυτός τι έκανε; Έφυγε. Έφυγε γιατί πίστεψε πως αυτή η χώρα δεν είχε τίποτε πλέον να του προσφέρει και αποφάσισε να αναζητήσει την τύχη του στο εξωτερικό. Μου ζήτησε να τον ακολουθήσω. Είναι αλήθεια. Όμως, εγώ ένα πνεύμα τόσο ελεύθερο πως μπορούσα να αφήσω τον τόπο μου την οικογένεια μου και να αφήσω πίσω μου όλα όσα αγαπούσα. Πώς μπορούσα να γυρίσω την πλάτη έτσι απλά και να φύγω, εγώ ένας άνθρωπος που πάντα πίστευε και ακόμη πιστεύει πως όλα μπορούν να αλλάξουν και να διορθωθούν αρκεί να υπάρχει θέληση και πίστη. Αυτή η γη με ανάθρεψε με μεγάλωσε, σε αυτήν έκανα τα πρώτα μου βήματα, τις πρώτες μου σκανταλιές, τα πρώτα μου όνειρα.
Πώς μπορούσα να φύγω έχοντας πάρει τόσα πολλά! Οι άνθρωποι φεύγουν, εγκαταλείπουν πιστεύοντας πως θα βρουν κάτι καλύτερο εκεί που θα πάνε. Ακόμη κι έτσι ακόμη και αν το βρουν τίποτε δεν θα είναι το ίδιο. Σαν το χώμα ετούτης της γης, τον καλοκαιρινό της ήλιο, την αλμύρα και το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας, όπου κι αν πας δεν θα το βρεις πουθενά. . Κοιτάζω το στολισμένο δέντρο, την γιορτινή ατμόσφαιρα που με περιβάλλει μα κάθε άλλο παρά ζεστασιά αισθάνομαι.
Ένα κύμα παγωνιάς με κυριεύει κι έχει καθίσει στην ψυχή μου και την τρώει σιγά αλλά σταθερά. Τα όνειρα μου σκόρπισαν στους πέντε ανέμους, έγιναν στάχτη και θρύψαλα και τον ακολούθησαν. Κι όμως βαθιά μέσα μου υπάρχει ακόμη μία μικρή σπίθα ελπίδας..Ίσως γυρίσει. Απόψε που είναι Χριστούγεννα ίσως γενεί το θαύμα και γυρίσει. Ακούω τη φωνή της μητέρας μου που με φωνάζει να καθίσω στο τραπέζι. Όλοι είναι στις θέσεις τους παρόντες. Όλοι εκτός από έναν. Κοιτάζω την θέση στο πλάι μου που είναι κενή. Ξάφνου μια κίνηση απελπισίας με τυλίγει και νιώθω το κορμί μου να παγώνει ολόκληρο και μόνο στην ιδέα του να έχω κάνει λάθος. Μήπως έπρεπε τελικά να τον είχα ακολουθήσει; Μήπως έπρεπε να κοιτάξω πέρα από τα δικά μου ιδανικά. Οι τελευταίες του λέξεις, σφυρίζουν ακόμη στο αυτί μου.
«Λυπάμαι που δεν με καταλαβαίνεις…Εύχομαι κάποτε να μην το μετανιώσεις..» «Ω Θεέ μου τι τραγικό λάθος έκανα;! Πώς πίστεψα πώς μπορούσα να ζήσω μακριά του; Χωρίς αυτόν η ζωή μου είναι σαν το ουράνιο τόξο δίχως τα χρώματα του!» Ενστικτωδώς έριξα ένα βλέμμα αγωνίας στους δικούς μου και στράφηκα προς την πόρτα. Το κλίμα εκεί μέσα παρά ήταν πολύ γιορτινό για μένα. Έπρεπε να φύγω να πάω να τον βρω. Μόλις εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιούσα πως δεν μπορούσα να υπάρξω χωρίς εκείνον. Άνοιξα την πόρτα για να φύγω μα δεν πρόλαβα να κάνω ούτε ένα βήμα.
Μια φιγούρα πολύ οικεία στεκόταν ακριβώς μπροστά μου με το ίδιο αφοπλιστικό χαμόγελο, όπως τότε την πρώτη φορά που ειδωθήκαμε σε απέναντι πεζοδρόμια. «Μωρό μου πόσο μου έλειψες!» τη στιγμή που με έκλεινε σφιχτά στην αγκαλιά του. «Πώς μπόρεσα να πιστέψω πως θα μπορούσα να ξεκινήσω μία ζωή χωρίς εσένα δίπλα μου..Σ’αγαπώ..Σ’αγαπώ τόσο πολύ!»
Άραγε ήταν όνειρο ή η ψευδαίσθηση αυτού που τόσο λαχταρούσα. Όχι, ήταν αλήθεια, αλλιώς πως μπορούσα να τον αγγίξω, να τον μυρίσω, να γευτώ το διψασμένο του φιλί στα χείλη. Ήταν αλήθεια! Τα δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια μου και οι λυγμοί ήρθαν να με πνίξουν. Ένοιωθα να πλέω σε ένα βαθύ και ατέρμονο γαλάζιο ευτυχίας. Ήταν τα μάτια του αυτά που μου υπόσχονταν πως ήρθαν για να μείνουν. «Κι εμένα μου έλειψες μωρό μου!» του είπα και τον κράτησα σφιχτά στην αγκαλιά μου για να μην τον χάσω ποτέ ξανά. Τελικά τα Χριστούγεννα αυτά έκαναν το θαύμα τους και μου έφεραν πίσω αυτόν που αγαπώ.
Γίνονται και θαύματα ακόμη και σήμερα αρκεί να το πιστέψουμε και να το θελήσουμε με όλη τη δύναμη της ψυχής μας..!
LoveLetters