Γράφει η Αστέρω
Το μίσος είναι πάθος, δύναμη, φωτιά που καίει και τρέφει την ψυχή, ακόμα κι όταν είναι τοξικό. Το μίσος είναι θέση, είναι εμπλοκή, είναι σημασία. Κι εσύ δεν το αξίζεις αυτό. Δε σου αξίζει ούτε μια σκιά από την ενέργειά μου, ούτε μια σπίθα από τις φλόγες μου. Δε θα σε μισήσω.. Δε θα σου χαρίσω αυτό το μεγαλείο.
Λύπηση; Ίσως. Όχι όμως εκείνη τη γλυκιά, συμπονετική λύπηση που γεννιέται από κατανόηση. Μια άλλη λύπηση, πιο ωμή, πιο γυμνή. Εκείνη που συνοδεύει το θέαμα κάποιου που καταστρέφεται από την ίδια του τη μετριότητα. Ενός ανθρώπου τόσο ανύπαρκτου, τόσο ανούσιου, που η παρουσία του έχει το βάρος της σκόνης – αδιόρατη, περιττή, έρμαιο του ανέμου.
Δε θα σε μισήσω. Δε θα σου δώσω το δικαίωμα να πιστέψεις πως κατάφερες να με αγγίξεις, πως η ύπαρξή σου είχε επίδραση πάνω μου. Τέτοια χαρά δε θα στη δώσω. Θα σε αφήσω εκεί, ανάμεσα στη θλίψη και τη γελοιότητα, ανάμεσα στην ανάγκη να αποδείξεις κάτι, και στην αδυναμία να το κάνεις. Δε χρειάζεται εγώ να κάνω τίποτα – η ίδια η ζωή θα σε βάλει στη θέση σου.
Εγώ, αντιθέτως, θα συνεχίσω να προχωράω, χωρίς καν να κοιτάξω πίσω. Η σιγουριά μου δε χρειάζεται επιβεβαίωση, δε χρειάζεται απόδειξη. Ξέρω ποια είμαι, ξέρω τι αξίζω. Εσύ; Είσαι απλώς ένας θόρυβος στο φόντο, ένας σιωπηλός ψίθυρος που σύντομα θα χαθεί, θα διαλυθεί, θα γίνει τίποτα.
Δε θα σε μισήσω.
Δε θα σου χαρίσω την πολυτέλεια της οργής μου. Ό,τι πήρες-πήρες.
Σε αφήνω εκεί, στη σκιά της ασημαντότητάς σου.
Κι εγώ;
Εγώ απλώς θα λάμψω.