Γράφει ο Χρήστος Παναγιωτόπουλος
Πόσο περίεργη γίνεται η ζωή μερικές φορές, λες και αφήνει στην άκρη την απλότητα που την διακατέχει και ψάχνει τρόπους να ανακατέψει όλα σου τα δεδομένα. Να αλλάξει αυτά που βιώνεις, αυτά που πιστεύεις, που αισθάνεσαι, που ονειρεύεσαι.
Ετοιμάζεις με τον άνθρωπο σου βαλίτσες για ένα ταξίδι αφήνοντας πίσω την πιεστική, μονότονη ρουτίνα της καθημερινότητας για να χαρείτε λίγες μέρες ξεγνοιασιάς και ανεμελιάς….
γεμίζοντας με θαλασσινή αύρα τις στιγμές μας ενώ ο καθαρός αέρας ανανεώνει την αγάπη,
χωρίς κανένα ξυπνητήρι και χωρίς καμιά υπενθύμιση να μπλέκεται στα πόδια μας.
Μία βαλίτσα, μία αγάπη και όπου βγει…
Μα όλα ανατρέπονται….
Έρχονται μπερδέματα, ανατροπές και την επόμενη στιγμή ετοιμάζεις μόνος σου αυτή τη φορά βαλίτσες. Για να ξεφύγεις από αυτόν τον άνθρωπο που κάποτε τον έλεγες άνθρωπο σου,αγάπη σου, φως σου… Έρχεται ένα πρωινό που το φως σου σβήνει και χάνεις την γη κάτω απ’ τα πόδια σου…
Μία τέτοια δυσάρεστη στιγμή έφερε και εμένα η ζωή,με μία μικρή βαλίτσα στο χέρι να ψάχνω σε ένα πλοίο με προορισμό την μαγευτική Ιθάκη σε ποια μεριά θα καθίσω.
Δεν ήθελα πολυκοσμία για αυτό διάλεξα αυτό το νησί που προσφέρει ηρεμία πέρα απ τα γραφικά στενά και τις ωραίες παραλίες του.
Διάλεξα θέση σε μια γωνία που δεν είχε πολύ κόσμο.
Πρώτη φορά ταξίδευα μόνος με τις αναμνήσεις να βαραίνουν την ψυχή μου.
Αρκετές να γεμίσουν ολόκληρο το πλοίο.
Εφτά μήνες χωρισμένος, εφτά μήνες με ελάχιστο ύπνο,εφτά μήνες το ποτό κυλούσε μέσα μου ,εφτά μήνες είχε να εμφανιστεί το χαμόγελο μου, εφτά μήνες που δεν ήξερα γιατί ζούσα ακόμη.
Σκυθρωπός στην γωνία μου ξεκίνησα να παρατηρώ το πλήθος παιδιά που ανυπομονούσαν να φτάσουν στους παππούδες και στις γιαγιάδες τους στο χωριό,ξένους τουρίστες με αισιόδοξα χαμόγελα κρατώντας χάρτες να σχεδιάζουν την πορεία τους.
Ανθρώπους που διέκρινα ότι πήγαιναν για εργασία στο νησί και ευτυχισμένα ζευγάρια.
Ναι ευτυχισμένα ζευγάρια κάτι που στην θέα τους σπάραζαν τα διαλυμένα κομμάτια της καρδιάς μου, όση ευτυχία ακτινοβολούσαν τα μάτια τους,τόση δυστυχία φώλιαζε στην αγκαλιά μου.
Βαρύ φορτίο η μοναξιά να την αντέξω μα έπρεπε.
” Άραγε θα βρεθεί μία γυναίκα να με ταρακουνήσει;” Μονολογούσα.
Θα βρεθεί μια γυναίκα που δεν θα ταιριάζουμε για τα μάτια του κόσμου μα μόνο για τα δικά μας; Παρατηρούσα τα πάντα στην γωνία μου το μόνο που δεν είχα παρατηρήσει και μου είχε ξεφύγει, ήσουν εσύ.
Με κοιτούσες αρκετή ώρα όπως είπες μετά.
Κάθησες πλάι μου…
Το ταξίδι στην Ιθάκη τελείωσε και στην πορεία ακολούθησαν πολλά ταξίδια με δύο βαλίτσες.
Τα ξανθά σου μαλλιά ερωτεύθηκα…
Έγινες η Πηνελόπη της ζωής μου, με έκανες να νιώσω τόσο ξεχωριστός όπως ο Οδυσσέας.
Μα φουρτούνες πια δεν θυμάμαι.
Για μια βαλίτσα….και ένα χαμόγελο.