Γράφει ο Γιώργος Καραγεώργος
Αυτούς τους δυο, έτσι κι αλλιώς, δεν τους χωρούσε ο έξω κόσμος, δεν το άντεχαν οι γραμματείς κι οι φαρισαίοι να τους βλέπουνε μαζί.
Μα από την άλλη, αυτοί οι δυο δεν άντεχαν να μην είναι και μαζί, για την ακρίβεια, αυτοί οι δυο θαρρείς πως είχαν πλαστεί για το μαζί, κι έτσι επέλεγαν να ζουν στον κόσμο τον δικό τους, στον κόσμο που έφτιαχναν κρυφά, γιατί κι οι δυο, τα ΄χαν τα κότσια!
Έτσι και τώρα, σε ένα μικρό ημιυπόγειο, κάπου στο κέντρο της Αθήνας, μπόρεσαν και χωρέσαν τον κόσμο τον δικό τους.
Χώρεσαν όση αγάπη δεν είχε όλη η πόλη που ήταν από πάνω τους.
Χώρεσαν τόσο πολύ έρωτα, που απορώ κι εγώ πως τα κατάφεραν!
Τους έφτανε ένα κρεβάτι, και τους περίσσευε!
Τους έφταναν τέσσερις τοίχοι, για να στριμώξουνε χίλια φιλιά, αγκαλιές αμέτρητες, και τα διψασμένα τους κορμιά. Δεν ήθελαν τίποτα άλλο για να είναι οκ, τα είχαν όλα!
Έρωτας πολύς και σε συναίσθημα, μα και σε πράξη, και μάλιστα πάρα πολλές φορές.
Έρωτας αχόρταγος, απόλυτος, κολασμένος!
Έκαναν έρωτα όλη την μέρα, συνέχεια, λαίμαργα, με μικρές διακοπές μέχρι να ξεκινήσουν πάλι.
Κι όταν πια σουρούπωσε για τα καλά, “βγάλε όλα τα ρούχα σου και ξάπλωσε στο κρεβάτι”, της είπε, κι αυτό ήταν σαν προσταγή, μα αυτή τον υπάκουσε χωρίς δεύτερες σκέψεις και χωρίς άμυνες.
Εκείνος έσβησε όλα τα φώτα κι άναψε κεριά διάσπαρτα μέσα στον χώρο.
Έβαλε μια λίστα με αισθησιακή κι ερωτική μουσική να παίζει σιγανά, μα πιστέψτε με, ήταν το μόνο “σιγανά” που υπήρχε εκεί μέσα…
Αφαίρεσε κάθε τι περιττό που φόραγε πάνω του, κι ήταν κι αυτός ολόγυμνος.
Πήρε ένα μπουκάλι με λάδι λεβάντας και χαμομηλιού, κι άρχισε να ρίχνει πάνω της σταγόνες. Κι ύστερα με τα χέρια του άγγιζε κάθε πόντο του κορμιού της, κάθε σημείο της, κάθε γωνιά της, σε ένα χαλαρωτικό στην αρχή και στην συνέχεια ξεσηκωτικό μασάζ.
Αλήτευε πάνω της, με τα χέρια του, με τις παλάμες του, με τα δάκτυλα του, με κάθε μέλος του, με τα όλα του έμπαινε παντού της, την τυραννούσε και την λύτρωνε ταυτόχρονα.
Έπεφτε ολόκληρος πάνω της και τα κορμιά τους γίνονταν ένα, γλιστρούσαν και κόλλαγαν.
Αρσενικό αυτός και θηλυκό εκείνη, σε ρόλους ευδιάκριτους, ξεκάθαρους, υπέροχους.
Δυο εραστές, έτσι όπως πρέπει να είναι οι εραστές.
Ηδονή!
Πόθος!
Πάθος!
Καύλα!
Παράδοση!
Κορύφωση!
Τρεμούλιασμα!
Κανένα μη, κανένα όχι, κανένα φρένο. Μονάχα ναι, μονάχα κι άλλο, μονάχα δώσε μου και πάρε μου!
Κι όταν πια τελείωσαν, έτσι όπως ήτανε γυμνοί, ο ένας πήρε τον άλλο αγκαλιά κι αποκοιμήθηκαν ευτυχισμένοι και πιο ερωτευμένοι από ποτέ!
Αυτή ήταν η τελευταία τους φορά που έκαναν έρωτα, μα ταυτόχρονα, ήταν κι η κορυφαία τους… Μέχρι να έρθει πάλι η στιγμή, για την επόμενη τελευταία και κορυφαία τους φορά!