Γράφει η Τζένη Γιαννοπούλου
Μάνα δεν είναι ρόλος. Είναι βάρος.
Είναι μια ταυτότητα που δεν βγάζεις ποτέ από πάνω σου, ούτε όταν κοιμάσαι, ούτε όταν πονάς, ούτε όταν δεν σε βλέπει κανείς.
Και η μόνη μάνα… αυτή είναι άλλο επίπεδο.
Δεν έχει “βάρδιες” και “μοιρασιές”. Δεν υπάρχει εναλλάξ.
Υπάρχει μόνο εκείνη.
Ακόμα κι όταν δεν αντέχει.
Η μόνη μάνα δεν έχει δικαίωμα να αρρωστήσει.
Δεν έχει πού να ακουμπήσει, δεν υπάρχει “πάρε λίγο το παιδί να ξεκουραστώ”.
Είναι όλα πάνω της. Όλα.
Τα οικονομικά, τα συναισθηματικά, οι κρίσεις, οι επιτυχίες, τα ξενύχτια, το άγχος, οι ενοχές, η ελπίδα.
Μάνα είναι εκείνη που σε κρατάει ακόμα κι όταν καταρρέει.
Και η μόνη μάνα πρέπει να είναι βράχος, ακόμα κι όταν μέσα της γίνεται θρύψαλα.
Δεν είναι σούπερ ήρωας.
Δεν είναι εξοικειωμένη με το “δυνατή γυναίκα”.
Αναγκάστηκε.
Δεν διάλεξε να τα κάνει όλα μόνη της. Της έτυχε. Της έμεινε. Κι όμως, στάθηκε.
Έμαθε να δουλεύει για δύο. Να σκέφτεται για τρεις. Να μην της περισσεύει χρόνος ούτε για να ανασάνει.
Έμαθε να μην ζητάει.
Να μην παραπονιέται.
Να μην περιμένει τίποτα.
Εκτός από μια κούπα καφέ. Εκεί το λέει το «θέλω» — για να μη ξεχάσει πώς είναι να ζητάς κάτι.
Μάνα είναι εκείνη που γίνεται “κακιά” για να σε προστατεύσει.
Και τρυφερή για να σε μαλακώσει.
Είναι αυτή που θα σου πει “όχι” και θα κλαίει μετά μόνη της γιατί δεν ήθελε να σου το πει.
Η μόνη μάνα δεν έχει πλάνο Β.
Έχει μόνο μια επιλογή: να σταθεί. Να αντέξει. Να συνεχίσει.
Και όταν όλοι κοιμούνται, αυτή μένει λίγο ακόμα ξύπνια. Όχι γιατί έχει ενέργεια.
Αλλά γιατί έχει ακόμα ανησυχίες να μαζέψει, λογαριασμούς να σκεφτεί, τύψεις να χωνέψει.
Μάνα είναι αυτή που όλος ο κόσμος ακουμπάει πάνω της, αλλά κανείς δεν τη ρωτάει:
“Εσύ είσαι καλά;”
Δεν ζητάει πολλά.
Ένα «μπράβο». Ένα «σε βλέπω».
Μια αγκαλιά που να μη ζητά πίσω.
Αλλά ξέρει ότι συχνά δεν θα το πάρει.
Γιατί όλοι νομίζουν πως το ‘χει. Ότι “το ‘χει μάθει έτσι”.
Όμως κάθε φορά που την κοιτάζουν στα μάτια τα παιδιά της…
Κάθε φορά που της λένε ένα «σ’ αγαπάω» από το πουθενά…
κάθε φορά που κάποιος την βλέπει όχι σαν “μάνα” αλλά σαν άνθρωπο,
τότε, για μια στιγμή, όλα αξίζουν.
Γιατί μάνα δεν γεννιέσαι μόνο.
Μάνα γίνεσαι όταν αντέχεις εκεί που όλοι θα λύγιζαν.