Γράφει η Ρένα Χατζηγεωργίου
Εσύ ήσουν το λιμάνι μου, κι εγώ το καράβι που ξέμεινε σε φουρτούνα. Τώρα, χωρίς εσένα, η ζωή μοιάζει με ξένη χώρα – άγνωστη, ψυχρή, χωρίς κατεύθυνση. Αλλά ξέρεις κάτι; Δεν με νοιάζει. Αν ο δρόμος δεν υπάρχει, θα τον χαράξω εγώ.
Θα σπάσω πέτρες, θα ανοίξω μονοπάτια με γυμνά χέρια αν χρειαστεί. Θα γκρεμίσω ό,τι με κρατάει πίσω, ό,τι στέκεται ανάμεσά μας. Δεν υπάρχει «δεν γίνεται». Όταν σε έχασα, έμαθα πως ο μόνος τρόπος να επιβιώσω είναι να παλέψω. Όχι για κάτι λιγότερο από το «εμείς».
Δεν θα μείνω να χαζεύω τον κόσμο που συνεχίζει χωρίς εσένα. Δεν γεννήθηκα για να περνάω την ώρα μου σε μισές ζωές και άδειες μέρες. Ή θα σε έχω δίπλα μου, ή τίποτα. Καταλαβαίνεις; Δεν με νοιάζει τι θα χρειαστεί. Θα χτίσω με τα λάθη μου, με τις ενοχές μου, με το αίμα που άφησε η απουσία σου.
Δεν με νοιάζει αν θα ματώσω ή αν θα κουραστώ. Γιατί η ιδέα να ζήσω χωρίς εσένα πονάει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Δεν είναι ότι δεν μπορώ να αντέξω μόνη μου – είναι ότι δεν θέλω. Γιατί πώς να ζήσεις σε μια ζωή που δεν έχει μέσα το μοναδικό άτομο που έκανε τα πάντα να έχουν νόημα;
Λοιπόν, άκου καλά. Αν δεν βρω το δρόμο για να σε φέρω πίσω, θα τον φτιάξω. Θα κάνω τη νύχτα μέρα, θα δώσω πόλεμο, θα σηκώσω γη και ουρανό. Μπορεί να μην ξέρω πώς, αλλά ξέρω γιατί. Και αυτό φτάνει.
Γιατί αν δεν είμαστε μαζί, δεν έχει σημασία πού θα είμαι. Θα είμαι πάντα χαμένη.