Γράφει ο Αλέξανδρος Παπακωνσταντίνου
Ξέρεις τι μου αρέσει πιο πολύ σε σένα; Όχι αυτό που φαίνεται όταν προσπαθείς. Όχι όταν μετράς λέξεις και βλέμματα, όχι όταν ντύνεσαι για να εντυπωσιάσεις. Μου αρέσεις έτσι όπως είσαι τώρα. Σιωπηλή, ξαπλωμένη στο κρεβάτι σου με το βιβλίο στο χέρι, χαμένη στον κόσμο σου.
Μου αρέσει αυτό το φως που πέφτει πάνω σου και σε κάνει να μοιάζεις λίγο πιο αληθινή απ’ όσο αντέχω. Αυτός ο τρόπος που στραβώνεις τα χείλη σου όταν διαβάζεις κάτι που σου αρέσει. Που πιάνεις τις άκρες των μαλλιών σου αφηρημένα, χωρίς να συνειδητοποιείς ότι εγώ εκείνη τη στιγμή σε χαζεύω και σκέφτομαι πόσο όμορφη μπορεί να γίνει η απλότητα όταν ανήκει σε κάποιον σαν εσένα.
Μου αρέσει που μαζί σου δεν χρειάζεται να προσποιηθώ τίποτα. Δεν περιμένω να γίνεις κάτι παραπάνω. Δεν θέλω να σε αλλάξω. Θέλω μόνο να μπορώ να σε παρατηρώ σε στιγμές σαν αυτή, που δεν έχεις άμυνες και φίλτρα.
Μη νομίζεις, σε βλέπω. Βλέπω το κορίτσι που ξέρει να φροντίζει τους άλλους, που κουβαλάει όνειρα και μικρές ανασφάλειες, που γελάει δυνατά όταν ξεχνιέται. Βλέπω τη γυναίκα που έμαθε να στηρίζεται στα δικά της πόδια και παρόλα αυτά αφήνεται όταν νιώσει πως αξίζει.
Κι αν ποτέ αναρωτηθείς γιατί μένω, να θυμάσαι αυτό: μένω γιατί δίπλα σου νιώθω πως όλα αποκτούν περισσότερο νόημα. Μένω γιατί σε κάθε μικρή, ασήμαντη στιγμή σου, βρίσκω μια αλήθεια που δεν με χόρτασε κανένας άλλος.
Αν είναι να ερωτεύομαι κάτι, είναι αυτό. Η ηρεμία σου. Η καθαρότητα που δεν χρειάζεται σκηνικά. Το βλέμμα σου όταν ξεχνάς ότι σε κοιτάω.