Γράφει ο Nickolas M.
Ημερολογιο Καλοκαιριού (Μέρος 5ο)
Νέοι Επιβάτες, Θεσσαλονίκη, μπαρ «Bahce ciflik», 02 Αυγούστου
Απορώ με την τόλμη των παλαβών να κάνουν νυχτερινό μπάνιο, και μάλιστα στον Θερμαϊκό. Βέβαια ζέστη κι υγρασία δικαιολογούν πολλά. Η παρέα το διασκεδάζει, η επιστροφή μου είναι κατά κάποιο τρόπο το event της βραδιάς.
– Αγορίνα θα μπεις;
– Μπείτε εσείς, σας καμαρώνω.
– Δεν είσαι για πολλά πολλά ε;
– Ε εντάξει, δεν πετάω κιόλας, αλλά ήθελα να σας δω.
– Καλά έκανες. Χωριό θα ανέβεις;
– Θα δω αγορίνα, αναλόγως τα κέφια.
– Χωριό ίσον κέφια. Και πιο συγκεκριμένα, κλαρίνα και προβατίνες!
– Αλίμονο, ζεις εσύ χωρίς προβατίνες;
– Φυσικά και όχι! Άντε πιες το ποτάκι σου κι εγώ πάω για βούτα.
– Μπρατσάκια να πάρεις!
– Άι ρε!
Τον ζηλεύω λίγο τον Θανασάρα, δεν χάνει ποτέ το κέφι του. Ίσως του ζητήσω να μου κάνει ιδιαίτερα κάποια στιγμή!
– Βρε μαύρα μάτια κάναμε! Πώς κι απ’ τα μέρη μας;
Γυρίζω προς την χαρακτηριστική φωνή του ιδιοκτήτη. Δεν αλλάζει ποτέ αυτός, το αιώνιο εφηβικό χαμόγελο, το μαντήλι στο λαιμό κι η «στολή εργασίας» όπως την λέει.
– Γεια σου κυρ-Νίκο.
– Εσύ τώρα ή θυμήθηκες τα μικράτα σου και μας ήρθες ή κάποια γερή φουρτούνα περνάς.
– Μπορεί και τα δύο…
– Κατάλαβα. Άντε εβίβα.
– Εβίβα κυρ-Νίκο. Τί έγινε, δεν έχει συναυλίες φέτος;
– Μπααα. Δύσκολα τα πράγματα. Λεφτά δεν παίζουν. Έχει κι ο καθένας τις δουλειές του. Κάθε χρόνο και χειρότερα.
– Τουλάχιστον το μαγαζί το βλέπω καλά.
– Α δε βαριέσαι, ίσα να βγάζει τα έξοδα και αν. Αλλά είναι το συναισθηματικό βλέπεις.
– Αυτά θα μας φάνε κυρ-Νίκο.
– Ααα εσύ έχεις γερό νταλγκά! Για πιες μια γουλιά ακόμα και πάω να φέρω το φάρμακο!
Γέρνω πίσω στην ξαπλώστρα και κλείνω λίγο τα μάτια. Ο ήχος του κύματος, οι φωνές, η μουσική, με βυθίζουν…
– Φεύγω… μην έρθεις πίσω μου.
– Πάντα φεύγεις.
– Πρέπει.
– Θες να ξεφύγεις. Αλλά όχι από μένα.
– Έχουμε άλλους δρόμους.
– Ήθελα μόνο να είσαι καλά.
– Δεν θα είμαι ποτέ καλά. Δε θα βουλιάξεις μαζί μου..
– Έι κοιμήθηκες; Δεν είπαμε θα φέρω το φάρμακο; Αυτό θέλει παρέα!
– Ναι ίσως με ψιλοπήρε λίγο! Παραείναι άνετες οι νέες σου ξαπλώστρες!
– Έλα άστα αυτά και πιάσε!
Πιάνω με αγάπη το μικρό τρίχορδο οργανάκι. Κοίτα να δεις, λέω, όλο τον χειμώνα μου το ζητάγανε στο μαγαζί κι όλο έλεγα όχι με τσαντίλα. Αλλά μάλλον είναι η ώρα του απόψε.
– Άντε πάμε παρέα κυρ-Νίκο.
«…ραγίζει απόψε η καρδιά με το μπαγλαμαδάκι..»