Γράφει ο Κωνσταντίνος Καρύδης
Δεν θα τους καταλάβεις αμέσως. Θα μπουν στη ζωή σου όμορφα, γλυκά, σχεδόν ιδανικά. Θα σου πουν τα σωστά λόγια, θα σου δώσουν προσοχή, θα σε κάνουν να νιώσεις μοναδικός. Θα νομίζεις ότι επιτέλους βρήκες κάποιον που σε καταλαβαίνει.
Κι όμως, κάπου ανάμεσα στις όμορφες στιγμές, θα αρχίσουν να ρίχνουν μικρές, σχεδόν αόρατες σταγόνες δηλητηρίου.
Δεν θα σου πουν ποτέ ευθέως τι να κάνεις. Θα σε κάνουν να το επιλέξεις μόνος σου, «για το καλό σας». Δεν θα σε κρατήσουν με τη βία, αλλά με ενοχές. Δεν θα σε κάνουν να τους φοβάσαι, αλλά να φοβάσαι πώς θα είναι η ζωή σου χωρίς αυτούς.
Και κάπως έτσι, αρχίζεις να μικραίνεις. Να λες “ίσως να έχω άδικο”, “ίσως να είμαι υπερβολικός”, “ίσως το πρόβλημα να είμαι εγώ”. Σιγά-σιγά, αλλάζει η εικόνα που έχεις για τον εαυτό σου. Εκεί που ήσουν δυνατός, τώρα αναρωτιέσαι. Εκεί που ήξερες τι θέλεις, τώρα διστάζεις.
Και το πιο επικίνδυνο; Δεν το καταλαβαίνεις καν.
Ένα πρωί ξυπνάς και συνειδητοποιείς ότι έχεις ξεχάσει πώς ήσουν πριν. Πριν τους αφήσεις να σου μπουν στο μυαλό, πριν σε πείσουν ότι χωρίς αυτούς δεν είσαι αρκετός, πριν σε γεμίσουν με φόβο πως, αν φύγεις, κανείς άλλος δεν θα σε αγαπήσει έτσι.
Αλλά αυτό δεν είναι αγάπη. Είναι έλεγχος.
Κάποια στιγμή, πρέπει να πεις “Φτάνει”.
Δεν αλλάζουν. Δεν θα γίνουν πιο τρυφεροί, πιο δίκαιοι, πιο δικοί σου. Δεν θα σε αγαπήσουν σωστά, γιατί η αγάπη τους είναι όπλο, όχι χάδι.
Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να τους αφήσεις πίσω.
Όσο πιο γρήγορα, τόσο πιο καλά. Όσο περισσότερο μένεις, τόσο πιο βαθιά μπαίνει το δηλητήριό τους μέσα σου. Και αν μείνεις πολύ, θα έρθει μια μέρα που δεν θα θυμάσαι πώς ήταν να αναπνέεις ελεύθερα.
Μην τους αφήσεις να σε φθείρουν. Μην τους αφήσεις να σε κάνουν σκιά του εαυτού σου.
Φύγε, πριν να είναι αργά.