Εκείνες οι ανεκτίμητες στιγμές που ξαπόστασαν οι ψυχές μας, η μια δίπλα στην άλλη.
Γράφει η Αριάδνη.
Άγνωστοι. Άγνωστοι μεταξύ αγνώστων είμαστε όλοι μας.
Συναντιόμαστε οι άνθρωποι και προσπαθούμε ο καθένας από τη μεριά του να πλησιάσουμε, να καταλάβουμε τον άλλον, να μπούμε στα παπουτσάκια του όπως συχνά μας αρέσει να λέμε. Μόνο που μας διαφεύγει μια σημαντική λεπτομέρεια. Πως για να “αποκωδικοποιήσουμε” έναν άνθρωπο, ασυναίσθητα χρησιμοποιούμε τους κωδικούς που ξέρουμε, ο καθένας τους δικούς του δηλαδή.
Με τι προσόντα λοιπόν νομίζουμε πως θα μπορέσουμε να μπούμε στα παπουτσάκια του; Πώς θα μπορέσουμε να καταλάβουμε κατ’αρχάς το τι χρειάζεται και στη συνέχεια τον τρόπο που θα του το προσφέρουμε έτσι ώστε να φτάσει σε εκείνον; Δεν έχουμε τον χαρακτήρα του, τον ψυχισμό του, δεν ζήσαμε τη ζωή του, δεν βιώσαμε τις πληγές του με τον δικό του μοναδικό τρόπο που τον έκαναν τον άνθρωπο που στέκεται τώρα απέναντί μας. Μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε και εννιά στις δέκα φορές να είναι λάθος.
Άγνωστοι, άνθρωποι που περνάμε μαζί τους μια ζωή ή που είναι περαστικοί από τη ζωή μας.
Άγνωστοι, άνθρωποι που εμείς αποτύχαμε οικτρά να τους καταλάβουμε και που εκείνοι δεν έχουν την παραμικρή ιδέα για το ποιοι είμαστε.
Και το μόνο που μένει τελικά είναι οι στιγμές. Εκείνες οι ελάχιστες στιγμές που κατά τύχη βρήκαμε μια δίοδο ανοιχτή και καταφέραμε να πλησιάσουμε ο ένας τον άλλον.
Εκείνες οι ανεκτίμητες στιγμές που λες και μας λυπήθηκε ο Θεός και άφησε τις ψυχές μας να ξαποστάσουν η μια δίπλα στην άλλη.