Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Εμένα που λες, δεν με μεγάλωσε μια μάνα-βασίλισσα.
Δεν με μεγάλωσε μια γυναίκα που φορούσε ρόμπες σατέν και έλεγε «να είσαι κορίτσι με τρόπους». Με μεγάλωσε μια γυναίκα που είχε χέρια δουλεμένα, φωνή σταθερή όταν όλα κατέρρεαν, και βλέμμα που έβλεπε παρακάτω από εσένα, ακόμα κι όταν εσύ δεν έβλεπες ούτε τον εαυτό σου.
Δεν με μεγάλωσε πριγκίπισσα.
Με μεγάλωσε άνθρωπο.
Μαχήτρια.
Αυτό το είδος της μάνας που δεν πολυγράφεται στα status, γιατί δεν ήταν “εύκολη”,
ήταν, όμως, αληθινή.
Και ξέρεις κάτι; Έτσι μεγαλώνω κι εγώ τα δικά μου παιδιά.
Με αυτιά ανοιχτά και πλάτη στέρεη.
Με το «είμαι εδώ» που μου ψιθύριζε κι εκείνη, ακόμα κι όταν ήταν κουρασμένη,
θυμωμένη ή… σκασμένη απ’ τη ζωή.
Με το «πηγούνι ψηλά, όταν σηκώνει κύμμα» που μου πήρε χρόνια να καταλάβω τι πραγματικά σήμαινε.
Κι αν την έχεις ακόμα τη μάνα σου στη ζωή σου, κλείσε τώρα αυτό που διαβάζεις.
Άσε τις αναρτήσεις, τα λουλούδια και τις φανφάρες, και πήγαινε να τη σφίξεις στην αγκαλιά σου.
Έτσι. Σκέτα.
Γιατί όταν τη χάσεις, πίστεψέ με, τίποτα δεν θα είναι αρκετό.
Γιατί να ξέρεις… και τι δεν θα ‘δινα να ξαναπεράσω μια Κυριακή μαζί της.
Να γεμίσει το σπίτι από τις μυρωδιές της, να δούμε μαζί μπάσκετ, να τσακωθούμε για τα πολιτικά — ναι μωρέ, να τσακωθούμε έτσι χωρίς πραγματικό λόγο, για να τα ξαναβρούμε πάνω από μια μπιρίμπα.
Γιατί ξέρεις… αυτή η μέρα, δεν είναι λουλούδια, γλυκά και πράσιν’ άλογα. Δεν είναι καρτούλες και γλυκανάλατα.
Είναι μνήμη.
Μνήμη που πονάει, και ταυτόχρονα σε κρατάει όρθιο.
Γιατί όσο υπάρχει εκείνη μέσα σου, δεν είσαι μόνος.
Είσαι παιδί μιας μάνας.
Μιας μάνας που μπορεί να σε κυοφόρησε και να σε μεγάλωσε.
Μιας μάνας που μπορει να μην βρέθηκε ποτέ σε ένα μαιευτήριο να ακούσει το πρώτο κλάμα ενός μωρού.
Μιας μάνας που τρύπησε το σώμα της δεκάδες φορές και το γέμισε με ορμόνες.
Μιας μάνας που έζησε την απογοήτευση, την πίκρα, τον πόνο της αποτυχίας.
Μιας μάνας που είδε στο βλέμμα των ανθρώπων τον οίκτο.
Μιας μάνας που χρειάστηκε να απολογηθεί για το σώμα της που δεν άντεξε.
Μιας μάνας που είχε την μαγκιά να αγαπήσει τα ανήψια της ή τα παιδιά της κολλητής της πάνω κι από το μέτρο και τη λογική.
Μιας μάνας που άντεξε να τα βάλει με ένα μηχανισμό τέρας αλλά τελικά τα κατάφερε και υιοθέτησε.
Μιας μάνας που σου έμαθε τι θα πει αγάπη, συγχώρεση, καταφύγιο κι έγινε για σένα βράχος ακλώνητος στις πιο σκληρές καταιγίδες.
Είσαι παιδί μιας μάνας. Είσαι επιλογή.
Και δεν υπάρχει πιο βαθιά ταυτότητα απ’ αυτή.