Είναι αφόρητη η μοναξιά όταν σου λείπει ο άνθρωπός σου..
Γράφει η Αριάδνη.
Τόση μοναξιά σε ποιο αστείο να χωρέσει. Είναι και κάποιοι στίχοι που τους κουβαλάς μέσα σου μονίμως, και μερικές φορές, όταν ησυχάζει η πολύβουη ζωή σου, τους ακούς και σε ταξιδεύουν.
Σε μεταφέρουν στα μοναχικά βράδια της εφηβείας σου που ανέβαινες κρυφά στην ταράτσα του σπιτιού σου και, κοιτάζοντας το στερέωμα, ανυπομονούσες για τη στιγμή που θα γνώριζες το έτερόν σου ήμισυ.
Σε πηγαίνουν στα ξημερώματα που σε έβρισκαν φορώντας ακουστικά να αφιερώνεις το “Έφυγες νωρίς” στο υποτιθέμενο “άλλο σου μισό” που κοιμόταν αμέριμνο στο διπλό σας κρεβάτι.
Σε διακτινίζουν σε εκείνο το απόγευμα που έβαλες δυο ρούχα σε μια τσάντα, έσβησες το όνομά σου από το θυροτηλέφωνο κι έφυγες.. αργά.
Σε οδηγούν στις στιγμές που βρίζοντας τον εαυτό σου για την αδυναμία του, πάσχιζες να κατεβάσεις τον γενικό για να μην νιώθεις, να μην σκέφτεσαι.
Σε βγάζουν ξανά στα βράδια που γυρνούσες στους δρόμους της πόλης και σκεφτόσουν πως, αν καθίσεις όλη νύχτα στο πεζούλι, κανείς δεν πρόκειται να σε ψάξει.
Σε προσγειώνουν ανώμαλα στις νύχτες που κουλουριαζόσουν στο κρεβάτι από απόγνωση γιατί έμοιαζε με φυλακή το σπίτι και στα πρωινά που σε έβρισκαν να έχεις στήσει τον εαυτό σου στον τοίχο και να τον πυροβολείς γιατί έκανε λάθος επιλογή για άλλη μια φορά.
Και τέλος σου θυμίζουν το πώς κατέληξες στο απόλυτα συνειδητοποιημένο: Δεν θέλω άλλο. Δεν θέλω άλλο να πονάω.
Ήταν τότε που βάφτισες την μοναξιά σου μοναχικότητα και άρχισες να βλέπεις τα πράγματα αλλιώς. Κάπου εκεί ήταν που βρήκες και το αστείο να την χωρέσει, αυτοσαρκαστικό πάντα:
«Σκάσε και κολύμπα αγάπη μου!»
Κι έτσι έμαθες να κολυμπάς με κάθε καιρό. Έμαθες να αγαπάς τον εαυτό σου και να μην εξαρτάς από κανέναν την ευτυχία σου. Έμαθες να απολαμβάνεις την μοναχικότητά σου, έχοντας πείσει τον εαυτό σου ότι είσαι μια χαρά κι έτσι.
Τον νου σου μόνο, γιατί συνήθως, απόλυτου και συνειδητοποιημένου γωνία, παραμονεύει ο έρωτας. Παραμονεύει για να απασφαλίσει την τελευταία στιγμή και να τινάξει στον αέρα την λογική σου μαζί με όλα τα “δεν θέλω” και “δεν μπορώ” σου.
Σε περιμένει για να σου μάθει επιτέλους πώς είναι να χαμογελάει η ψυχή σου όταν βλέπεις έναν άνθρωπο και συγχρόνως πόσο πρωτόγνωρα αφόρητη μπορεί να γίνει η μοναξιά σου όταν σού λείπει.
Τον νου σου, όχι για να φυλαχτείς αλλά για να μην φοβηθείς και τρέξεις να κρυφτείς!