Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Κουράστηκα…
Κουράστηκα τα καλοκαίρια, που η ανεμελιά πήγε περίπατο, που τα ζούμε κάποιοι σαν από τα πριν κουρδισμενοι.
Κουράστηκα από όλα τα ναι μεν που έγιναν δεν κι ορίζουν το τώρα μου.
Κουράστηκα από μια ζωή που όλες οι μέρες ξημερωνουν ίδιες που δεν αναμένεται τίποτε που απλά ξύπνησα για να αναπαράγω το γρανάζι της ρουτίνας μου. Ένας ακόμη τροχός στης ζωής την άμαξα.
Κουράστηκα να είμαι ήσυχη, σιωπηλή και ευπροσαρμοστη για να ρεω χωρίς πρόβλημα στις ζωές των άλλων. Και στη δική Σου αόρατη αν γίνεται…
Κουράστηκα να το παίζω παλληκάρι, να τα καταφέρνω πάντα σε κάθε συνθήκη να αποδεικνύω πόσο δυνατή τελικά είμαι. Για ποιον, για τι, ε και;
Κουράστηκα να χαμογελάω ενώ θέλω να τσιριξω, να λέω εντάξει ενώ θέλω να φωνάξω φτάνει πια!
Κουράστηκα να δείχνω κατανόηση. Σε Σένα, στον κόσμο και τις ανάγκες σου ενώ ξέχασα τι ανάγκη εγώ έχω.
Κουράστηκα να μην είμαι για να επιτρέπω σε άλλους να είναι.
Κουράστηκα να ακούω, να προσέχω, να δίνομαι ενώ άφησα εκείνο το κοριτσάκι μέσα μου να νομίζει ότι είναι μόνο του.
Πάντα μόνο, πάντα ανυπερασπιστα απροσαρμοστο, πάντα ανόητα ρομαντικό με ιδεολογίες που ανήκουν σε ξεχασμένες εποχές και παραμύθια με αίσιο τέλος!
Κουράστηκα την αναμονή για ο,τι δεν ερχεται είτε γιατι εγώ λέω ότι μου το χρωστά η ζωή είτε γιατί έτσι ρε αδελφέ;
Δεν αξίζω μια καλή ανατροπή, ένα από το πουθενά δώρο από το μεγαλοπνοο κατά τα άλλα Σύμπαν;
Όχι δεν είμαι αχάριστη… Αναγνωρίζω τι έχω και τι ζω. Όμως δεν μου χαρίστηκε ποτέ τίποτε. Οπου βρίσκομαι τώρα το καταφέρα με εξετάσεις επαναλαμβανομενες, με μάχες στο πριν, με συνθηκολογησεις, με σιωπή εαυτού και συναίσθηση καιρού.
Όμως αλήθεια κουράστηκα…
Και το καλοκαίρι αυτό ειναι πρόσχημα, ανάχωμα ή δικαιολογία; Ή μήπως ευκαιρία για να δω άλλη μια πόσο σαν τον κάβουρα πάω;
Σπρωξιά, κλωτσιά, μπουνιά κάτι τελοσπάντων χρειάζεται μάλλον για να πάρει μπρος τούτη η μηχανή που λέγεται τώρα ζωή.
Για το επόμενο σήμερα.
Για να γίνει το επόμενο “καλημέρα” ένα ανακουφιστικο επιτέλους!
Δεν ξέρω τι εύχομαι, ξέρω όμως τι θέλω.
Δεν ξέρω πως, ξέρω γιατί…