Γράφει η Βασιλική Κοτλίτσα
Περισσότερο μακριά, λιγότερο κοντά, μα ο καιρός περνούσε σα χείμαρρος ντυμένος άνθρωπος με διαφορετική μορφή μορφή κάθε φορά και η απόσταση δημιουργούσε γόρδιους και πρωτόγνωρους δεσμούς.
Μια συντροφιά απλή στην αρχή, μια ήρεμη και όμορφη παρέα που στη συνέχεια εξελίχθηκε σε συναίσθημα που έγλειφε τις νύχτες τα όνειρα μου.
Ένα τσιγάρο δρόμος τα χώρια από το μαζί και μια αγκαλιά μεγάλη που περίμενε πάντα να σμίξει με τη δικιά σου. Μια ένωση γλυκιά και συνάμα απόμακρη σα να ήξερε ότι ήταν πάντα για λίγο.
Ένας καταγάλανος ουρανός μας ένωνε και μια θάλασσα βαθιά μας χώριζε, μέχρι την επόμενη συνάντηση μας που έμοιαζε πάντα κοντινή και ας ήταν να περάσουν μέρες ολόκληρες που είχαν μέσα τους μοναξιά και θλίψη.
Λιγότερο βρισκόμασταν αλλά περισσότερο μιλούσαμε λες και τα λόγια μας έρρεαν από κάποιο πηγάδι βαθύ , γεμάτο με άφθονο νερό που δεν άδειαζε ποτέ.
Περνούσαν οι νύχτες, σα μέρες λαμπερές ντυμένες εσύ, και η κάθε αυγή είχε πάλι λίγο από σένα ή πολύ δεν ήξερα, σα να άφηνες ένα λιθαράκι πάνω μου κάθε φορά που κλείναμε την ασύρματη γραμμή.
Πολύς καιρός ξέχωρα, λιγότερος καιρός συνάμα, πράγμα που με έκανε να τρομάζω. Είχε μια ψυχρά αυτή η απόσταση που πάγωνε αμέσως το κορμί μου και η ατμόσφαιρα γύρω μου , μου θύμιζε θάνατο και κακό.
Όλα άλλαζαν όμως όταν σε έβλεπα. Χαμογελούσαν, έλαμπαν στο σκοτάδι και οι μαύρες σκέψεις έδιναν τη σκυτάλη στο φλογερό κορμί μου σταματώντας αμέσως τις φωνές μας, αφου οι χειρονομίες μας, έλεγαν όλα αυτά που δε μπορούσαμε να αρθρώσουμε εμείς.
Τα μάτια μας έπαιρναν φωτιά και οι ψυχές μας έμπλεκαν σε μια, σα να περίμεναν γ μια την άλλη από καιρό.
Οι δρόμοι έγραφαν συνεχώς επιστροφή και μια πινακίδα με το όνομα σου, μόνιμα τοποθετημένη στο ίδιο πάντα σημείο, μέχρι να γυρίσεις. Τότε όλα πάλι λειτουργούσαν κανονικά, σα να μην έφευγες ποτέ, σα να ήσουν μόνιμα εδώ. Μόνο εγώ έπεφτα σε χειμερία νάρκη μέχρι να ξανάρθεις, μέχρι τη στιγμή που έμεινες για πάντα.
Τίποτα δεν έχω να φοβάμαι πια. Ό,τι ήλπιζα βαθιά μέσα μου να γίνει ήταν δίπλα μου και μου κρατούσε το χέρι τρυφερά. Σα παράδεισος μοιάζει τώρα η ζωή, σα παράδεισος που κατοικούν άγγελοι!