Γράφει η Ειρήνη Σταυρακάκη
Δεν άντεξα άλλο. Άφησα σκορπισμένες σκέψεις παντού μες στο δωμάτιο κι έφυγα. Έφυγα σαν κυνηγημένη, όπως ένας αγριεμένος λύκος που τρέχει με ορμή πάνω στο μουσκεμένο του χώμα. Είναι πολιτείες που δεν έχω εξερευνήσει ακόμη. Είναι άνθρωποι που θέλουν να με γνωρίσουν, όπως το έχω ανάγκη κι εγώ. Είναι και οι στιγμές που περιμένουν τη σειρά τους στο τρένο για να έρθουν και να σκορπίσουν χαρά.
Δε μπορώ να μένω στα ίδια μέρη, με τους ίδιους ανθρώπους. Έχω την τάση μέσα μου να μελαγχολώ. Βαριέμαι πολύ εύκολα τη μονοτονία, μου κόβει στη μέση όνειρα που θέλουν να βγουν στο δρόμο και να φωνάξουν.
Δε φταις εσύ. Ποτέ σου δεν έφταιγες. Με μένα τα έχω. Κάνω ό,τι μπορώ για να νιώσω όπως κάποτε, που ήμουν ακόμη παιδί. Δεν είμαι για σένα. Έχω βαδίσει άλλη πορεία, σ’ άλλη γραμμή, αχάρακτη ακόμη. Μάλλον κάναμε λάθος… Γύρισε ο άνεμος ενάντια στην πλώρη. Δεν άντεξε κι έσπασε.
Κάθε κομμάτι του ταξίδεψε σε διαφορετικό ακρογιάλι. Ήτανε γραφτό φαίνεται να σπάσει. Σαν να το ήξερε πως άνεμος και ταξίδι δε πάνε μαζί.
Μη μου φοβάσαι όμως. Θα διαγράψω πορεία για αλλού. Ποτέ δε θα ξεχάσω όσα με γέμισαν. Τα χέρια που με κράτησαν μες στη βροχή. Τα χείλη που με δρόσισαν μες στο κατακαλόκαιρο. Το χαμόγελο που με λύτρωσε μέσα στη θλίψη. Είναι σημάδια χαραγμένα στη ψυχή και στο σώμα.
Αν καμιά φορά χαθείς μέσα στη μπόρα. Ξέρεις τι θα θυμάσαι από μένα. Κάποιος, κάπου, κάποτε σε αγάπησε εγωιστικά, ολοκληρωτικά κι αρρωστημένα. Για να μην ξεχαστεί μες στο χρόνο το πάθος, έμεινε στα μισά του, ανολοκλήρωτο, σαν αστραπή που έχασε στο δρόμο τη βροντή της…
Μη μου φοβάσαι λοιπόν. Χαμογέλα στη θύμησή μου, αυτό μου αρκεί για τώρα και για πάντα. Κάποια στιγμή ίσως καταφέρεις να με καταλάβεις. Μόνο μη μου θυμώσεις ποτέ. Το «πάντα» για μας είναι πολύ και το «τώρα» είναι λίγο.