Γράφει η Γεώρα
Με ρωτάς αν είμαι καλά.
Φαντάζει τόσο απλή η ερώτησή σου.
Μα είναι τόσο δύσκολη και ύπουλη.
Με κοιτάς στα μάτια. Με υπομονή. Είναι ορθάνοιχτα.
Περιμένεις. Στέκεις εκεί. Και περιμένεις.
Μια απάντησή μου. ένα ‘είμαι καλά’
Και ‘γω προσπαθώ να σου απαντήσω.
Μα οι λέξεις κολλάνε στο λαιμό.
Η καρδιά σφίγγεται. Δεν χάνει παλμούς, αντίθετα ανεβάζει.
Τους ακούω να ηχούν στα αφτιά μου.
Θεέ μου, φασαρία που κάνει η άτιμη.
Φοβήθηκα μη την ακούσεις.
Προσπαθώ να συλλαβίσω αυτό που θες. Όμως δεν μπόρεσα.
Αν είμαι καλά; Πώς; Πώς να είμαι;
Το μέσα μου ουρλιάζει. Η πυξίδα μου έχει σαλτάρει. Κάνει κύκλους ιλιγγιώδης.
Προσπαθώ να την προσανατολίσω και κάθε που λέω πως τα κατάφερα, να σου πάλι κύκλους τρελούς, φτου και από την αρχή να προσπαθώ σε κάτι που ξέρω πως θέλει το χρόνο του για να ρυθμιστεί από μόνο του.
Το βλέμμα σου σκληραίνει. Τα μάτια σου με κοιτούν με περιέργεια. Περιμένεις μια απάντηση. Από εμένα.
Από εμένα που δεν μπορώ ακόμα να απαντήσω στον εαυτό μου. Που ξεσπάω σε όλους και σε όλα, χωρίς να μου φταίνε.
Που ρίχνω ευθύνες από εδώ και από εκεί. Γιατί τρέμω να σηκώσω το βάρος τους και ας ξέρω την αλήθεια.
Πως εγώ φταίω γι’αυτή την κατρακύλα. Γιατί άφησα να εισχωρήσει το μαύρο μέσα μου γιατί τα παράτησα.
Γιατί κλείστηκα σε πρέπει. Σε πρέπει που τα στόλισα με χρυσόσκονη για να μη φαντάζουν άσχημα.
Φόρεσα μάσκες με χαμόγελα και έκρυψα εκείνες με τα δάκρυα. Ώσπου έτρεξαν αληθινά από τα μάτια μου και τώρα κάθε λίγο και λιγάκι μου υγραίνουν το πρόσωπο.
Έχεις μια ανησυχία στο βλέμμα. Γιατί;
Επειδή δεν έχω απαντήσει ακόμα, σε αυτή τη γελοία ερώτησή σου, που θα με αναγκάσει να πω ψέμα.
Ένα ψέμα που θα ηχήσει στα αφτιά μου τόσο δυνατά, που θα σπάσει την καρδιά μου σε κομμάτια και το μυαλό μου θα παίζει σε επανάληψη αυτή τη λέξη με μια δόση ειρωνείας, γιατί θα μου έχει εμφανιστεί κατάματα η αλήθεια.
Πάω να σου απαντήσω και το μυαλό αντιργιέται.
Προσπαθεί να με πείσει να απαντήσω ειλικρινά.
Μα είναι τόσα πολλά εκείνα που έχω. Βλέπεις ακόμα παλεύω να τα βρω με εμένα.
Μάχη μεγάλη η αποδοχή!
Απλώνεις το χέρι σου για να μ’αγγίξεις και σου απαντάω γρήγορα, μηχανικά και κατά συνήθεια ‘Ναι, είμαι καλά.’
Χαμογελάς! Μα το χαμόγελό σου είναι παγωμένο.
Ξέρεις, βλέπεις. Νιώθεις. Και θα καταλάβεις πότε εκείνο το ‘καλά’ θα είναι αληθινό.
Από τον τόνο μου, το βλέμμα μου, το συναίσθημα και την αξία που θα του δώσω.
Ξέρεις πως τα έχω παρατήσει , αλλά παλεύω να επανέλθω.
Με αγκαλιάζεις σφιχτά και με φιλάς στο μέτωπο.
Ξέρεις πως θα τα καταφέρω!
Γιατί ήδη έχω μπει στον αγώνα. Ήδη έχω πάρει τα όπλα στα χέρια μου και μάχομαι για να νικήσω.
Και θα νικήσω!
Αφιερωμένο σε όλα εκείνα τα άτομα που παλεύουν με την κατάθλιψη.
Σε όλους εκείνους που μάχονται με αυτή την ύπουλη κατάσταση της ψυχής και του μυαλού.
Σε εκείνους που αγαπούν τη ζωή και θα την ξανά κερδίσουν αφήνοντας στο παρελθόν αυτή τη δύσκολη πλευρά που βίωσαν!