Γράφει η Νένα Παπαδοπούλου
Άδικες τελικά οι σχέσεις, μάτια μου.
Στην αρχή έρχεται ο έρωτας με δύο βελάκια και σε υπνωτίζει. Όχι μόνο εσένα αλλά και τον συνοδοιπόρο σου σε αυτό το ταξίδι.
Έτσι κάνει την εμφάνιση της η μαγεία του αμοιβαίου.
Αμοιβαίο θα πει να τρέμετε και οι δύο στο πρώτο σας φιλί, να πετάτε μαζί στην πρώτη σας ένωση και να υποφέρετε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όταν είστε μακριά.
Οι άνθρωποι ερωτεύονται μαζί, κεραυνοβόλα ή μη αλλά μαζί.
Και μετά έρχεται ο χωρισμός, κρατώντας ένα μαχαίρι. Ένα μαχαίρι που θα το δώσει σε ένα από τους δύο για να μαχαιρώσει τον άλλο ακριβώς στην καρδιά. Σπάνιες οι περιπτώσεις που θα γλιτώσουν και οι δύο τον πόνο ή που θα έρθει εις διπλούν η μαχαιριά του.
Οι άνθρωποι, λοιπόν, στον χωρισμό ξεχνάμε το μαζί και χωρίζουν ο καθένας μόνος του. Άλλος πιο γρήγορα, άλλος πιο αργά.
Πάντα κάποιος μένει πίσω, να μετράει μαχαιριές, να ζει με αναμνήσεις, να περιμένει την ανατροπή, να μην πιστεύει αυτό που ζει, να μην θέλει να το δεχθεί και να θυμώνει με τον άλλον που του στέρησε με το έτσι θέλω το δικό του «μαζί».
Εκείνος ο ένας ο «καθυστερημένος» που δεν κατάλαβε ότι ήρθε το τέλος, που δεν έσβησε για αυτόν ο έρωτας, που ξέχασε να κλείσει το κουμπί της αγάπης του την ώρα που του ανακοινώθηκε ότι ήρθε το τέλος και «λυπάμαι αλλά τώρα πρέπει να το δεχθεί».
«Άλλωστε είναι το καλύτερο και για τους δυο μας.»
Κλασική φράση από τον αποστολέα της είδησης του χωρισμού.
Όσο για τον παραλήπτη, αντιδρά, θυμώνει, κλαίει αλλά δεν ενδιαφέρει κανέναν αυτό. Η ζωή τον αναγκάζει να πάει παρακάτω.
Ε λοιπόν όχι! Εγώ δεν θέλω να πάω παρακάτω, εγώ ξέρω το καλό μου και είναι μαζί σου, εγώ δεν επέλεξα να μείνω μόνη ούτε θέλω να
ερωτευτώ κάποιον άλλον όπως εσύ. Εμένα δεν με ρώτησε κανείς, γιατί; Ε, αγάπη μου, πες μου γιατί;
Δεν μπορείς να χωρίσεις μόνος σου, δεν μπορείς να φύγεις μακριά μου.
Δεν στο επιτρέπω εγώ….
Η μήπως δεν έχω πλέον το δικαίωμα να το κάνω;