Δεν χωράς στην άνοιξή μου, μάτια μου!
Γράφει η Γεώρα
Σε τοποθέτησα στο χθες.
Από το παρόν μου, το τώρα μου, ξύπνησα μια μέρα και πλέον δεν υπήρχες σε εκείνο το λεπτό που πέρασε από μπροστά μου.
Πάγωσα το χρόνο κρατώντας την ανάσα μου.
Εκείνη τη βαθιά ανάσα που πήρα καθώς ξύπνησα. Και καθώς εξέπνευσα δεν ήσουν πλέον ανάγκη.
Είχε έρθει η Άνοιξη πλέον. Τίποτα σκοτεινό και κρύο δεν ταίριαζε στη ζωή μου.
Τίποτα λίγο και στενάχωρο δεν ήθελα να παίρνει χώρο στο χρόνο μου.
Ξαφνιάστηκα. Πίστευα πως πάντα θα είσαι εκεί.
Και εκείνο το πάντα δεν κράτησε. Όπως και το δικό σου ‘Θα σ’αγαπώ για πάντα.’
Ή μάλλον όχι δε θα πω μεγάλα λόγια. Δεν ξέρω τι νιώθεις πλέον.
Δεν είσαι μέρος της ζωής μου και εγώ της δικής σου. Ηθελημένα ή μη χωριστήκαμε.
Δεν θα σε δικαιολογήσω και ούτε θα ψάξω να βρω απάντηση σε εκείνα τα ‘γιατί’ που χορεύουν στο μυαλό μου.
Τα τοποθέτησα και εκείνα μαζί σου στο χθες για να μη νιώθεις μόνος. Είδες πάλι σε σκέφτηκα, πάλι σε νοιάστηκα με έναν περίεργο τρόπο.
Ως χθες!
Σήμερα όχι, ξύπνησα και δεν ήσουν εκεί ούτε σαν σκέψη. Δεν υπήρχε το άρωμά σου στο χώρο.
Ο ήλιος είχε εισβάλει στο δωμάτιό μου, έπαιζαν οι ηλιαχτίδες του με το πρόσωπό μου και τα μαλλιά μου.
Δεν είχα την ανάγκη να ακούσω τη φωνή σου, ούτε και να μάθω νέα σου ή πως είσαι από κάποιο κοινό μας φίλο. Ήταν σαν να ξεθώριασες.
Σαν να μην πρόλαβες να ανθίσεις.
Σαν να έμεινες στο χειμώνα.
Μα μάτια μου, είχε έρθει η Άνοιξη πλέον. Άνθισε η καρδιά μου. Χαμογέλασε το μέσα μου και προχώρησα μπροστά.
Εξάλλου ποτέ δεν ήρθες να μου εξηγήσεις για τη φυγή σου.
Περίμενα με υπομονή. Μα ο χρόνος κύλησε και εγώ σεβάστηκα την επιλογή σου, για εκείνο το χώρια πλέον.
Δεν σου κρατάω κακία. Εξάλλου δεν μπορώ να σε κατηγορήσω επειδή δεν ένιωσες όσο θα ήθελα.
Τόσο μπορούσες. Ή τόσο ήθελες. Δεν ξέρω.
Αλλά δεν θα κάτσω να το ψάξω!
Ο καφές μου ήταν έτοιμος, μοσχομύρισε το σπίτι καλό χαρμάνι. Και εκείνα τα κόκκινα και κίτρινα τριαντάφυλλα στο βάζο φώναζαν την Άνοιξη και την αισιοδοξία.
Σε τοποθέτησα στο χθες. Σου είπα αντίο γλυκά και να προσέχεις! Και από εκείνο το λεπτό που σε αποχαιρέτησα δεν σε αναζήτησα ξανά.
Είχε μπει η Άνοιξη και το γιασεμί στον κήπο χόρευε σαν μπαλαρίνα με το απαλό πρωινό αεράκι προτού πέσει ήσυχα κάτω.
Δεν υπήρχε μάτια μου σκοτάδι! Μόνο φως.
Φως και το τώρα! Μόνο!
Εξάλλου όπως είχε γράψει και ο ποιητής μας Γιάννης Ρίτσος
«Είναι Άνοιξη πια, δε χωράει η πίκρα μέσα στο φως!»
Και σε αυτή την Άνοιξη, δεν έχεις χώρο ούτε χρόνο.
Σε αυτή τη δική μου Άνοιξη, δεν υπάρχεις!