Γράφει η Έφη Παναγοπούλου
Θα πω εκείνα που δεν άντεχες ν’ ακούς
Και μία πείνα για αγάπη θα σε τρώει
Θα μείνεις μόνη μα συνέβη σε πολλούς
Όσοι αγάπησαν δεν είναι τόσο αθώοι
Όταν περάσουνε τα χρόνια απ’ τον σκορπιό
Και δε θα έχεις άλλο για να με μισήσεις
Στείλε μου τότε μόνο ένα ευχαριστώ
Που δε σε σκότωσα και σ’ άφησα να ζήσεις.
Είναι όλα αυτά που δεν σου είπα ή που δεν με άφησες να σου πω. Είναι που πνίγηκες με την πολύ σιωπή και έπνιξες και την δικιά μου την μιλιά. Είναι που φοβόμουν να μιλήσω, γιατί κάθε φορά μου κόλλαγες μια ταμπέλα. Πόσες ταμπέλες μάζεψα όλα αυτά τα χρόνια και πόσες μου μοίρασες, χωρίς καν να σκεφτείς πόσο πόναγε, κάθε φορά που άνοιγες τα χαρτιά και μοίραζες απροκάλυπτα τίτλους. Πήρα πολλούς τίτλους, δεν έχω κανένα παράπονο, τόσους που πίστεψα ότι πραγματικά είχα χάσει την ταυτότητά μου.
Και ήρθε, καλέ μου, η ώρα για απολογισμό. Δεν ήθελες να ακούσεις αυτά που ήθελα να σου πω, πάντα κρυβόσουν πίσω από την μάσκα του καλού παιδιού με το χαμόγελο στα χείλη. Ενίοτε με άκουγες, αλλά χωρίς να μου δίνεις σημασία. Βλέπεις, τα λόγια μου δεν είχαν αξία, μόνο να είσαι εσύ καλά είχε σημασία, έστω και αν με πλήγωνες. Ο δικός σου ο τρόπος ήταν δεν σε ακούω, μη μου μιλάς για να μη σε πληγώσω, άδικο, ε; Πάντα δίκαιο για εσένα όμως. Έτσι τώρα δεν έχεις άλλη επιλογή, από το να με ακούσεις.
Ξέρεις πόσα βράδια πέρασα με το μυαλό μου να είναι σε εσένα και αν είσαι καλά; Πόσα πρωινά, περιμένοντας ένα μήνυμα πως ξημέρωσες; Ποτέ δεν άφησα κανέναν να πει κάτι για σένα. Πόσο σε θαύμαζα… Πόσο κράταγα ακόμα και τα μικρά πράγματα, που έδινες. Τα πολύ μικρά αυτά, που στα μάτια κάποιου άλλου θα φαίνονταν αστεία, για εμένα ήταν τόσο μεγάλα, γιατί έμαθα να κοιτάω στην ψυχή σου, την ώρα που όλοι οι άλλοι κοίταζαν στο φαίνεσθαι. Έμαθα να ακούω τα λόγια σου, έστω και αν αυτά με πόναγαν. Έμαθα να μετράω στα δάχτυλα. Να ξέρεις, δεν έφταναν και τα δέκα δάχτυλα. Κάθε φορά χρειαζόταν να μετρά ξανά και ξανά, να πονάω ξανά και ξανά.
Μπορούσα και ήθελα να σου δώσω ό,τι σου είχε λείψει. Αγάπη, στοργή, αγκαλιά, χάδι, αφοσίωση, ασφάλεια. Φοβόσουν ή απλά δεν ήθελες να μου πεις ξεκάθαρα την αλήθεια. Άλλωστε και η σιωπή απάντηση δεν είναι; Άργησα να καταλάβω ότι η σιωπή όχι μόνο είναι απάντηση, αλλά κάνει και τον πιο δυνατό ήχο.
Συνήθισα πια, δεν πονάω, απλά λυπάμαι που δεν κατάλαβες ποτέ. Που δεν ήθελες να καταλάβεις. Κι έφυγα, αποχώρησα, μπήκα και εγώ σε σιωπή. Δεν λέω τίποτα πια, μα νιώθω. Κι όχι πλέον αγάπη. Ίσως κατανόηση, ίσως νοσταλγία, αλλά όχι πια αγάπη. Και σκέφτομαι ότι εσύ έχασες, όχι εγώ τελικά. Εγώ πόνεσα, έκλαψα, αλλά κέρδισα. Δεν είμαι μόνη, με ακούς; Δεν σε αγαπάω πια.
Θα πω εκείνα που δεν άντεχες ν’ ακούς
Και μία πείνα για αγάπη θα σε τρώει
Θα μείνεις μόνη μα συνέβη σε πολλούς
Όσοι αγάπησαν δεν είναι τόσο αθώοι