Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Και τώρα που στα έκανα όλα τα χατήρια, τελειώσαμε;
Τώρα που γελάω, που βγαίνω, που φοράω τον καλό μου εαυτό σαν φορεσιά γιορτινή, είμαστε εντάξει;
Τώρα που είπα στην ψυχή μου να το βουλώσει και να κάνει ησυχία, να μην ζητά άλλο το ανέφικτο, είσαι ευχαριστημένος;
Τώρα που δεν πονάω πια, που μπορώ να απαντάω με ευκολία αυτό το βολικό “μια χαρά”, στο έκανα το χατήρι;
Τώρα που υπάρχει παντού φως, όλα καλά;
Σου φτάνουν τα χιλιόμετρα που έβαλες ανάμεσά μας κι οι σιωπές που επέβαλες;
Τώρα που μοιάζω με κάτι που κάποτε γνώρισες αλλά δεν είμαι τίποτα από εκείνη που ερωτεύτηκες, είσαι ικανοποιημένος;
Είναι υπέροχος ο κόσμος που έφτιαξα για να ζω.
Έχει τακτοποιημένα κουτάκια, έχει χρώμα, έχει φως, έχει ζέστη.
Όλα είναι εκεί που θα έπρεπε να είναι.
Όλοι είναι εκεί που ανήκουν.
Τα κακά τα ξορκίζουμε με χαμόγελα και τον πόνο με προσποιητά, συγκαταβατικά χάδια στις πληγές.
Φλερτάρουμε, βγαίνουμε, σπαταλάμε χρόνο δανεικό κι αγύριστο και ξοδεύουμε ουσία για να μην τολμήσουμε να αποδεχτούμε την απουσία που αποφάσισες να μας καταδικάσεις.
Μόνο που να, ξέρεις, ήταν τόσο εύθραυστα όλα αυτά, που χρειάστηκε μόνο μια στιγμή για να γκρεμιστούν.
Χρειάστηκε μόνο ένα άγγιγμα που δεν ήταν το δικό σου.
Μια μυρωδιά που δεν ήσουν εσύ.
Μια αγκαλιά που δεν κούμπωνε σαν τη δική σου.
Ένα τραγούδι που δεν μπορεί να αγγίξει κανείς άλλος.
Ένα “να προσέχεις” που δεν ήταν δικό μας κι ήταν τόσο ξένο, τόσο αδιάφορο..
Ήμουν εγώ, που ποτέ δεν άνηκα, μόνο ΣΟΥ άνηκα.
Ήμουν εγώ, που ποτέ δεν πρόσεχα, μόνο ΣΟΥ πρόσεχα.
Ήμουν εγώ, που μέσα σε μια στιγμή, τα γκρέμισα όλα, γιατί ξέρεις κάτι;
Αν δεν είναι το άγγιγμά σου, δεν θέλω να είναι κανένα άγγιγμα.
Αν δεν είναι η μυρωδιά σου πάνω μου, δεν θέλω καμία μυρωδιά.
Αν δεν είσαι εσύ, δεν είμαι εγώ…
Λυπάμαι λοιπόν που σου χαλάω το τελευταίο σου χατήρι, μα εγώ ένιωσα.
Τα πάντα.
Και τώρα είναι δικαίωμά μου, να μη μένω πια εδώ.