Γράφει η Στέλλα Γρηγοροπούλου
Και μετά ακούστηκε το μπαμ, σαν το κρότο που κάνουν δυο οχήματα όταν ακουμπιούνται με δύναμη, σαν τον έρωτα που ξεγλιστράει από τη γωνία εκείνου του σκοτεινού στενού με τις επιβλητικές κολώνες που βγάζουν φως. Mα σαν το φως ήταν και εκείνο το μπαμ που θα έμπαινε μέσα τους για πάντα, που δεν θα έσβηνε ποτέ γιατί θα έπαιρνε φως από την ανεξάντλητη μπαταρία της καρδιάς τους.
Δυο σώματα σφιχταγκαλιασμένα που δεν ξεκολλάνε, δυο σαν ένα!
Μα τι λέω;
Ένα ήταν πια, μετά από εκείνον εκεί τον κρότο, ένα, ψυχή και σώμα δίχως κανένα βάρος πια. Ένα σώμα γεμάτο φτερά που μόνο πετούσε ψηλά, στο παντού και στον ατέλειωτο χορό της καρδιάς, του έρωτα, του έρωτα που μόνο άστραφτε από τα χαμόγελα των δυο, σαν χιόνι σε απάτητη κορφή.
Αρκούσε εκείνο το μπαμ για να μοιάσει ο κόσμος όλος γεμάτος, για να γεμίσει με πάθος όλες τις ξεχασμένες πληγές στο σώμα.
Μπαμ.
Αρκούσε. 
 
						
						 
			 
						 
						 
																	 
																	 
																	 
																	 
																	 
																	 
																	 
																	