Ο χρόνος κάποτε τελειώνει, βάλε γερά θεμέλια στις αναμνήσεις σου

Γράφει η Φλώρα Σπανού.

Οι άνθρωποι αλλάζουν. Τα δεδομένα αλλάζουν. Η ζωή αλλάζει. Οι σχέσεις αλλάζουν. Εμείς αλλάζουμε. Όλα αλλάζουν. Τίποτα δεν μένει ίδιο. Τίποτα δεν μένει αμετάβλητο στον χρόνο.

Όλα αλλάζουν. Όλα μεταμορφώνονται..Όλα μετατρέπονται..Όλα, κάποτε, χάνονται. Όπως κι εμείς, οι άνθρωποι. Τώρα υπάρχουμε κάποτε, όμως, δεν θα υπάρχουμε. Θα γίνουμε μια θολή ανάμνηση. Θα γίνουμε σκόνη, που θα την πάρει ο αέρας και θα την φυσήξει μακριά, στα πέρατα της γης.

Ο χρόνος περνά. Χάνεται. Η ύλη εξαϋλώνεται. Σήμερα είναι σήμερα. Αύριο θα είναι μια άλλη μέρα.

Εμείς, όμως, γιατί έχουμε την εντύπωση πως όλες οι μέρες είναι ίδιες;

Εσφαλμένη αντίληψη. Τίποτε δεν είναι το ίδιο. Νομίζουμε πως όλα είναι τα ίδια. Μα κάθε μέρα κάτι αλλάζει. Μεγαλώνουμε. Οι άνθρωποι δίπλα μας κι αυτοί μεγαλώνουν. Νομίζουμε πως θα τους έχουμε για πάντα δίπλα μας. Πιστεύουμε πως ο θάνατος είναι πολύ μακριά μας. Πως εμάς δεν πρόκειται να μας αγγίξει. Πως θα περάσει και απλά δεν θα μας προσέξει. Κι έτσι αναβάλλουμε συνεχώς πράγματα που θέλουμε να κάνουμε. Ανθρώπους που θέλουμε να πάμε να δούμε. Πρόσωπα οικεία, πρόσωπα αγαπημένα, πρόσωπα μοναχικά, πρόσωπα γερασμένα, πρόσωπα άρρωστα. Πρόσωπα που έχουν δει τον χρόνο να κυλάει απίστευτα γρήγορα και η ζωντανή απόδειξη; Ο εαυτός τους! Το γέρικο πρόσωπο στον καθρέφτη με τις ρυτίδες και τα άσπρα μαλλιά. Τα χέρια που τρέμουν και τα πόδια που πια δεν μπορούν να τρέξουν όπως παλιά. Το δέρμα που έχει κρεμάσει, οι φλέβες που πετάγονται, τα μάτια που δεν βλέπουν καθαρά και η καρδιά που χτυπάει, αργά αλλά σταθερά.

«Βλέπω το βλέμμα σου μελαγχολικό, όπως είναι παππού μου και στεναχωριέμαι. Προσπαθείς να γελάσεις μα δεν τα καταφέρνεις. Ξέρω πονάς. Πονάς που δεν μπορείς πια να πάρεις το όπλο σου και να πας στα βουνά. Κυνηγός μια ζωή. Η φύση σου έδινε ζωή. Πόσα ψάρια έφερνες παππού μου θυμάμαι, όταν ήμουνα παιδί. Τα  άρπαζα με το χέρι και αυτά ακόμη σπαρταρούσαν. Μύριζαν αρμύρα και θαλασσινό νερό.. Θυμάμαι που πηγαίναμε στη θάλασσα και έκανες μακροβούτια. Χαμογέλαγες. Ήσουν ζωντανός. Τώρα σε βλέπω που είσαι μισός άνθρωπος. Κρατάς το μπαστούνι σου για να προχωρήσεις. Άλλοτε έπιανες το ποδήλατο και πήγαινες μέχρι το καφενείο. Τώρα το κρατάς για να περπατήσεις. Πέρασαν τα χρόνια παππού μου. Τίποτε δεν είναι όπως παλιά. Πέρασαν τα χρόνια και η αγάπη μου για σένα μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Στενοχωριέμαι που δεν σε βλέπω καλά παππού μου. Στενοχωριέμαι που βλέπω μια σκιά να σε σκεπάζει. Ξέρω πως σκέφτεσαι τα παλιά. Ξέρω πως δεν είσαι ο ίδιος πια. Άλλαξες παππού μου. Κι οι δυο μας αλλάξαμε. Κι οι άνθρωποι γύρω μας άλλαξαν . Έγιναν πιο σκληροί. Περνούν τα χρόνια μα εκείνοι δεν το καταλαβαίνουν.  Και τα όνειρα τους παίρνουν αναβολή. Τα σχέδια τους παίρνουν αναβολή.»

Εμείς, οι άνθρωποι, έχουμε την κακιά συνήθεια να πιστεύουμε ότι τίποτα και κανείς δεν μπορεί να μας αγγίξει. Λυπούμαστε για ότι συμβαίνει γύρω μας, μπορεί και να το δείχνουμε έντονα με τις απόψεις και τις πράξεις μας, όμως όλα αυτά τα κάνουμε πάντα εκ του ασφαλούς. Διότι οτιδήποτε συμβαίνει τριγύρω μας ,φαντάζει πάντοτε τόσο  μακρινό. Μέχρι βέβαια να μας χτυπήσει την πόρτα, τόσο  ξαφνικά, τόσο απρόσμενα.

Πιστεύουμε πως οι αγαπημένοι μας θα είναι δίπλα μας για πάντα. Κι έτσι αναβάλλουμε την επίσκεψη για αύριο.     «Δεν βαριέσαι και αύριο μέρα είναι» σκεφτόμαστε. Δεν είναι, όμως, έτσι. Αυτοί οι άνθρωποι που τόσα έχουν δει τα μάτια τους, που τόσα έχουν ζήσει,  αυτούς τους ανθρώπους δεν πρέπει να τους ξεχνάμε. Αυτοί μας έφεραν στον κόσμο. Είναι η οικογένειά μας, οι ρίζες μας. Ας μην τους αφήνουμε μόνους. Έχουν κι αυτοί ανάγκη από μια συντροφιά. Ας κάνουμε τον κόπο να πάμε να τους δούμε , έστω και για λίγο. Μισή ώρα, μέσα στη  μέρα, όλοι μας πιστεύω μπορούμε να βρούμε. Ξέρω, έχουμε πολλά στο κεφάλι μας, οι δουλειές τρέχουν από παντού, λίγη ώρα που απομένει τη χρειαζόμαστε για τον εαυτό μας. Όμως, μην ξεχνάμε ότι κι εμείς κάποτε θα βρεθούμε στη θέση τους. Και θα νοιώσουμε τον ίδιο πόνο και την ίδια μοναξιά με εκείνους.

Ας μπούμε στη θέση αυτών των πρόσωπων, που τόσο έχουν ανάγκη μια ζεστή αγκαλιά, ένα απαλό φιλί, ένα χάδι στοργικό, μια γλυκιά κουβέντα, ένα βλέμμα ζωντανό. Θέλουν να ξέρουν πως κάποιος τους νοιάζεται, πως κάποιος τους αγαπά, πως ακόμη κι αν ο χρόνος κυλά οι δικοί τους άνθρωποι θα είναι στο πλάι τους να τους κρατούν συντροφιά και να θυμούνται μαζί τα παλιά. Τα χρόνια εκείνα της νιότης, τότε που εκείνοι ήταν νέοι κι εμείς ακόμη παιδιά.

LoveLetters

View Comments (0)

Leave a Reply

© 2023 Love&More. All Rights Reserved. Design by JG Web Design

Contact us

Scroll To Top