Γράφει η Ρόη Καπετάνου
Όταν αγαπάς έναν άνθρωπο, τον αγαπάς όπως είναι.
Με τα φώτα του και τα σκοτάδια του.
Με τα “πολλά του” και τα “πολύ του”.
Με τον τρόπο που γελάει φωναχτά ή σωπαίνει απότομα.
Με τη φλόγα του και τα λάθη του.
Αγάπη δεν είναι «να σε στρώσω». Είναι «σε βλέπω και σε διαλέγω».
Αν σε κάποιον αρχίζεις να λες:
«Μη γελάς έτσι»
«Μη μιλάς τόσο»
«Μη δείχνεις τόσο ευγενής, παρεξηγείται»
«Μείνε λίγο πιο ήσυχος, πιο μαζεμένος, πιο σαν εμένα»
…τότε δεν αγαπάς τον άνθρωπο.
Αγαπάς την ιδέα σου για τον άνθρωπο.
Και ξέρεις κάτι;
Αυτή είναι η πιο βίαιη μορφή απόρριψης που υπάρχει.
Γιατί λες “σ’ αγαπάω”, αλλά στην ουσία εννοείς “θα σ’ αγαπήσω όταν γίνεις όπως θέλω”.
Κι αυτό δεν είναι αγάπη. Είναι έλεγχος.
Ένας άνθρωπος που αγαπιέται αληθινά, ανθίζει.
Δεν μαζεύεται, δεν μικραίνει, δεν κρύβει τα χρώματά του για να χωρέσει.
Κι αν εσύ δεν μπορείς να δεις την ομορφιά στα “περισσότερα” του άλλου, τότε δεν του αξίζεις.
Όχι γιατί είσαι κακός, αλλά γιατί είσαι περιορισμένος.
Και η αγάπη δεν χωράει σε περιορισμούς.
Αν κάποιος σε ερωτεύτηκε για το φως σου και στην πορεία προσπάθησε να σου τραβήξει τις κουρτίνες,
δεν σε αγάπησε. Σε διάλεξε για ρόλο.
Κι όταν δεν του έκανες, θέλησε να αλλάξει το σενάριο.
Η αγάπη δεν είναι σενάριο. Είναι παρουσία.
Είναι “σ’ αγαπάω γιατί είσαι εσύ, όχι γιατί γίνεσαι αυτό που εγώ αντέχω”.
Αν δεν μπορείς να το πεις αυτό…
τότε δεν αγαπάς.
Απλώς προβάλλεις.
Και κάποια μέρα, όταν σε αφήσει,
θα ψάχνεις εκείνο το γέλιο που σου φαινόταν υπερβολικό.
Γιατί θα καταλάβεις, αργά, ότι ήταν το πιο αληθινό πράγμα που είχες.