Το μπλέξιμο μαζί σου, ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσα να ζήσω..
Γράφει η Άντζελα Καμπέρου
Η φωτιά γλύφει νωχελικά τα ξύλα, τα τζάμια της μπαλκονόπορτας έχουν θολώσει από τα χνώτα μας και τη ζέστη, σε αντίθεση με το κρύο που έχει έξω. Καθόμαστε αγκαλιά σε έναν καναπέ και χαζεύουμε αργόσχολα τηλεόραση.
Δεν μιλάμε. Δεν χρειάζεται άλλωστε, απλά που και που γυρνάμε και δίνουμε ο ένας στον άλλο από ένα φιλί. Έτσι, χωρίς λόγο. Μου χαϊδεύεις απαλά το μπράτσο και εγώ έχει γείρει το κεφάλι μου πάνω στον ώμο σου. Μια τούφα από τα μαλλιά μου πέφτει στο πρόσωπο μου και γλυκά την κάνεις στην άκρη, χαμογελώντας μου. Δυο στιγμές. Δυο στιγμές μόνο μπορούν να δώσουν τόση χαρά. Δυο στιγμές μαζί σου και όλα τα μαύρα σύννεφα διαλύονται.
Τα πόδια μας απλωμένα στο τραπεζάκι μπροστά και κόντρα στον καιρό τα χέρια μας κρατάνε από μια μπύρα. Έτσι μας αρέσει. Κόντρα σε όλα. Αραχτοί σε έναν καναπέ, εγώ για εσένα και εσύ για εμένα. Να μην μας νοιάζει κανείς. Να μην μας νοιάζει ο κόσμος όλος.
Προσπαθώ πολύ να μην χαζέψω πάνω σου αντί για την τηλεόραση. Έχεις κάτι τόσο ιδιαίτερο. Με τραβάει να σε κοιτάζω συνέχεια, δεν μπορώ να ξεκολλήσω τα μάτια μου από πάνω σου. Τρέμω λίγο γιατί κρυώνω και αμέσως σηκώνεσαι να πιάσεις μια κουβέρτα. Με σκεπάζεις γλυκά, σχεδόν ευλαβικά και μου δίνεις ένα γλυκό φιλί στο μάγουλο, “μην μου κρυώσεις”, ψιθυρίζεις γλυκά και μου χαμογελάς.
Και εγώ λιώνω αργά μπροστά στη φωτιά από την τόση γλύκα σου. Δεν νομίζω ότι θα σταματήσω να αναρωτιέμαι ποτέ πως στάθηκα τόσο τυχερή και μπλέχτηκαν οι δρόμοι μας.
Δυο στιγμές μαζί σου. Δυο μοναχά στιγμές.